장음표시 사용
41쪽
βίου πονηρου θάνατος ευκλεεστερος. Stob. Flor. 12I, 16: Αἰσχυλου γρίωνος sic A). ' βίου - ευκλεέ
τον δ' ημίοπον καὶ τον ἐλάσσω ταχέως ὁ μέγας καταπίνει. Atli. IV p. 182 C: εἰσὶ δ' οἱ αυλοὶ ουτοι se. οἱ ημί ποι) ελάσσο
νες των τελείων. Αἰσχυλος γουν κατα ψαφοραν ἐν 'Iξίονί φησι τον δ' - καταπίνει . Pollux 6, 161: ημωπον αυλον Αἰσχυλος. IIesycli. I p. 1635: ημίοπος αυλός' ὁ υποτεταγμενος τω τελείω. μεταφορικῶς δε ημίοπος θράσος γ). vs. 1 και τον ἐλάσσονα libri, και τον ἐλάσσω Porsonus, delet haec verba Bouiliis.
Anec t. Oxon. Vol. I p. 62, 13: παρα δὲ το αλαστῶ ῆημα αλάστωρ - παρηκτικη δε η ευθεῖα παρα την αλάστορος γενικηπι Αἰσχυλος Ἱξίονι πρευμενης αλάστορος ', και Φερεκυδης Ο Ζευς δὲ ἱκέσιος καιαλάστορος καλεῖται . Stispicabar Αἰσχύλος Ἱξίονι μέγαν ἀλάστορον και αλλαχουJ πρευμενῶς ἀλάστορον . cf. Aescit. Evin. 236: δέχου δὲ πρευμενῶς αλάστορα, et D. 286.
ἱερεῖτιν Hesycla. 2 p. 25: δερείτη καθαρμου δεομένην , ἱκέτιν. Αἰσχύλος
ουτοι γυναιξὶ δει κυδάζεσθαι ' τί γάρ; Scliol. Sopli. Ai. 722: κυδάζεται, λοιδορεῖται, υβρίζεται - Αἰσχύ-
42쪽
90ορνιθα δ' ου ποιῶ σε τῆς ἐμῆς οδο s.
Atli. IX p. 373 D: τού αρσενικοῖ ου μόνον ορνιν αλλα καὶ ἄρνιθα. - Αἰσχύλος Καβείροις ορνιθα - odos '.
μήτε κρωσσους μήτ' οἰνηρους μήθ' υδατηρους λιπεῖν ἀφνεοῖσι δόμοισιν
Pliit. Mor. p. 632 F: ποιεῖ δ' ευχαρι σκῶμμα και μέμψις ἐμ- νουσα χάριν - εr τις αντιστρέψας αἰτιῶτο τους Αἰσχύλου Καβείρους οξους σπανίζειν δῶμα ποιήσαντας ωσπερ αυτοὶ παίζοντες ἡπείλησαν. Aosetiyliis Cabiros cum ArgonRutis conii ter conV rsantes in uin-MI vini proventum atioRo minitaritos titiluxit.' LΩΗΚ ΟΚIVS Aglaopli. p. 1207. Vert a. οξους σπανίζειν δῶμα probribilo est ex Aesetiylo osse repetita. ΚΑΛΛΙΣΤΩ
43쪽
Pollux ID, I7b: εIεν δ' αν καὶ αμφωτίδες ἐκ τῶν σκευῶν, Πλατωνός τε εἰπόντος καὶ ἐν Κερκυονι Αἰσχύλου 'αμφωτίδες - πέλας .cf. IIo reli. I p. 312: ἀμφώτιδες οῦς ἔχουσιν οἱ παλαισται περὶ τοις ἀσω. Eust. I l. p. 1324 , 38: ἀμφίτιδες κατὰ Παυσανίαν οῦς οἱ παλαισταὶ παρα l. περὶὶ τοῖς ωσὶν εἶχον.
Hesych. I p. 268: αμβωνες ' αἱ προσαναβάσεις τῶν ορῶν. Αἰσχυλος Κερκύονι κερκύονι cod.) καὶ Σισυφω. Erotian. Gloss. Hippocr. p. 86: Οἱ ει διοι αμβωνας καλούσι τας τῶν ορῶν αναβα- σεις μέμνηται τῆς λέξεως καὶ Αἰσχυλος καὶ Ἀριστοφάνης ὁ γραμματικὸς ἐν ταῖς 'Aττικαῖς λέξεσι.
44쪽
Hos reli. I p. 602: ἀτίσεις' ατιμάσεις. Αἰσχύλος Κερκυωνι.
104 κατὰ τῆς σισυρνης τῆς λεοντέας
Pollii x 10, 186: φαίης δ' ῖν καὶ σίσυρναν, Αἰσχύλου μεν ἐν Κήρυξι σατύροις λέγοντος κατῶ - λεοντεας , Σοφοκλέους δ' ἐν Μυσοῖς - . Toupius τῆς λεοντείας δορῆς propositit culi. HeSycla. 2 p. 49: λεοντειος δορά ' το δέρμα αυτοὐ.
τος ' πυρροκεφαλου, ξαν τρίχου. κακοποιεῖν
Antiati. p. 102, i : κακοποιεῖν. Λἰσχύλος Κήρυξιν.
L. ex . p. 228, 22: λυγγάσω ' στραγγεύσομαι, ο
45쪽
ημεῖς λαγγάσω καὶ λαγγονεύσω λέγομε Αἰσχύλος. Qilao I hotius subicit, δε ερ ων τα απόγεια δοὐσιν λυγγάσια, o glossa iaγγῶνες liticirrepsisse vidit Din torsius. νοσσόν
111 λευκοῖς τε γαρ μόροισι καὶ μελαγχίμοις
καὶ μιλτοπρεπτοις βρίθεται ταυτου χρόνου. Atli. II p. 5I D: μόρα δε τα συκάμινα καὶ παρ' Αωχύλω ἐν Φρυξίν - ἐν δὲ Κρησσαις καὶ τα τῆς βάτου λευκοῖς - χρόνου Eust. I l. p. ita , 25: Αἰσχύλος limino Eur. Plioen. 372) πέπλους μελαγχίμους φησίν ' ετερος δέ τις μελάγχιμα συκαμινα ν τω λευκοῖς - μελαγχίμοις , ὀπερ ἐστὶ μέλασι, καὶ μιλτοπρέπτοις '. υν ἐρυθροῖς βρίθεται ταυτοὐ χροιῶ '. Pollux 6, 46: συκάμινα ' ταυτα δε καὶ μόρα Αἰσχύλος ωνομακεν, τα ἄγρια ουτως ονομάσας τα ἐκ τῆς βατου. vs. 2 χροιῶ ΕuSt., χρόνου Λilio linei L, χρυσίου V.
αυτ ρεγμονος πότμου Hesych. I p. 629: αυτορεγμονος πότμου ῖσον ἐαυτον ερεζε καὶ κατευθυς ἔαυτορέγμονος, παρὰ το ὀρέγειν την χεῖρα. Αἰσχύλος Κρῆσσαις κρῆ co lux . Homanniis scribendi iiii ci. oLν ἔαυτου ὀρέξεται κατευθυς αυτορεγμονος l πότμου'. probat, ilius vi lotur quod L. Din-
dorsuη propc Suit, Oσον λυτον ἔρεξε και κατέθυσε. Πυτορεγμονος, παρὰ το ορεγειν την χεῖρα. nana duaη grani innitetis proposuit tymologias, litterana citia ducatur ab verbo ρέζειν, alteram ab Oρέ-
46쪽
πισσοκων τφ πυρί Phot. Le X. p. 430 , 24: πισσοκωνήτω πυρί' τφ ευκαυτω, ἐπεὶ τά καιόμενα πυρὶ χρίεται. Αἰσχυλος Κρήσσαις. Uosycli. 2 p. 965: πισσοκωνητω πισσοκονήτω eod.) πυρί' πίων χρίουσιν, λα τάχιον κατα- καίηται. κωνησαι δέ ἐστι το περιενεγκεῖν. iiii l. p. 399: κωνησαι κω- νεῖσαι o l.)' πισσοκοπῆσαι καὶ κύκλω περιενεγκεῖν. καὶ πισσοκώνη- τον πισσοκονιτον cod.) μόρον λέγουσιν, οταν πίσσν καταχρισθέντες τινες υ πο πυρὸς αποθάνωσιν. Αἰσχυλος Αρησσαις καὶ Κρατῖνος αἰσχύλος καὶ κρατῖνος κρῆσαις codex .
πάζειν γαρ το εἰκάζειν, καὶ το υποτοπῆσαι υπο το πονῆσαι cod.) ὁε ἐνθένδε λέγεται. Αἰσχυλος Κρήσσαις.
ἐπιξενουσθαι Uosycli. 1 p. 137l: ἐπιξενοῆσθαι ' μαρτυρεσθαι, πορεύεσθαι. δε-
47쪽
119οδοιπόρων δήλημα, χωρίτης δράκων
120 κἀκ τῶνδ' ἔπινες βρυτον ἰσχναίνων χρόνω
καὶ σεμνοκόπτει τουτ' ἐν ανδρεία στε, P. Atli. X p. 447 C: τον δὲ κρίθινον οἶνον καὶ ρρῶτον τινες καλού- σιν - μνημονεύει του πώματος Αἰσχύλος ἐν Αυκουργω ' κακ - στέγηvs. I τῶν δ' libra, τῶνδ' Din dorsus. ἔπινεςl μεινε B, επινε I in iuri . v s. 2 καὶ σεμνοκόπτει libri, σεμνοκομπεῖν reclii iri iti licat Lobeckius, unde κἀσεμνοκόμπει Di 11dorfius. Inilii locus obscuriis.
καὶ τουσδε κημους στόματος Schol. Ar. E l. II 50: Αἰσχύλος εν Αυκούργω ἀλληγορικῶς τους dεομοῖς κημους εῖρηκε διὸ τούτων και - στόματος . Duiligo a Corale
48쪽
καὶ μην πελάζει καὶ καταψύχει πνοθἄρκειος ως ναυταισιν ἀσκεύοις μολών Eust. I l. p. II 56, 18: την ἐκεῖθεν πνρον ἄρκιον, εἰς ο φέρει
χαλκον ἀθέριτον ἀσπίδος υπερτενῆ Anee l. Bolia. p. 353, Il: αθηρής' ἴσως μεν ὁ ἀτειρης ἀτηρης
49쪽
συν δόρει στρατόν Anoe l. Oxon. vol. I p. t 22, IT: δουρί πέντε ἔχει δοτικός. - ηδόρει παρ' Αἰσχυλω ἐν 'Aγαμέμνονι Μέμνονι Ι,olirsi συν δορει στρατόν
liabiliter statuit ut Wolchorus et alsi. In Myriiatilianibus, ciliautii In colligi potest, Acti illes, quum procibus necessitate victus tandem 1 atroclum in proelium ire passus esset, isque esset ab IIectoro occisus, uiortuum deflebat. Nereides Pugnain Acti illis, qui nova a IIIRud nruia accepissset, ne otiique Hectoris villo itur continuissse. In Plirygiuiis Priainus corpiis filii ab Achivorodeuiit. HERMANNUS Opti se . V P. I M. Aesclinum secutus est Attilis in MΠni idonii,iis. Ribbochii Trag. Lat. p. IIb M1. . Λclii Rein etiani in II Tmidonilius taciturnuin fuisso tradit Seliol. Ar. Rnn. 911 vix recte. Quom Strabo ex hunis dramatis prologo versum assert, M Κάικε κτέ., Ru - . toro Pariu io ad Muσους rettulinius. Euripidouin illud βέβλυιAχιλλευς δυο κυβω και τέσσαρα M umidonibus adscribitur in Scholio recenti Ar. Ran. Iam, cui loco fortassct ne hoc quideIn trit u n-duin, ut taloriim liniuin in MΠmidonibus memoratiiIu credRIn is.
τάδε μὲν λευσσεις, φαίδιμ' 'Aχιλλευ, δοριλυμάντους Βαναῶν μόχθους
50쪽
Seliol. Ar. Av. 1256 τριέμβολον - μηποτε δὲ καὶ πλοίου τις ην κατασκευη. καὶ γαρ δεκέμβολον Αἰσχυλος εἶπε την του Νέστορος ναῶν ἐν Μυρμιδοσιν. Similiter Suidas v. τριέμβολον.
στάζει . . θέντων φαρμάκων πολὐς πόνος Ar. Pac. I l77: κατα φεύγει πρῶτος ἄσπερ ιππαλεκτρυὼν τους λόφους σεων. ul,i Selaol. eod. Von.: tof παρ' Αἰσχυλω πολλάκις l. ἐν Μυρμιδόσι κλγηθέντος ἱππαλεκτρυόνος, ον ἀεὶ κωμφδουσι λεχθέντα ἐν Μυρμιδόσι l. πολλακις μέμν=μαι. υλλως. ὁ Αἰσχύλος' ἄπο δ αυτε - πόνος . Ar. Λv. 800: εἶτ' ἐς ουδενος μεγάλα πράττει, καστὶ νυνὶ ξουθος ἱππαλεκτρυών. ubi Soliol. v s. 799: παρὰ ταγραφεντα ἐκ νυρμιδόνων Αἰσχύλου. M. Ran. 932: ΔΙΟΝ. ἐγὼ γουνηδη ποτ ἐν μακρω χρόνω νυκτος διηγρύπνησα τον ξουθον ἱππαλεκτρυονα ζ Πῶν, τίς ἐστιν ορνις. AIΣX. σημεῖον ἐν ταῖς ναυσίν, ωμαθέστατ', ἐνεγέγραπτο. ubi Scliol. : προείρη αι ὁτι ἐκ τῶν Μυρμιδόνων ἐστὶν ἐπὶ νεώς ἐπὶ - ἱππαλεκτρυών vs. I). vs. 1 απο δαυτε Seliol. Ar. Pac., ἐπὶ δ' αἰετος Seliol. Αr. Ran. , ἐπ' αετὸς δε
ω δυσχάριστε, τῶν πυκνῶν φιλημάτων. Atla. XIII p. 602 M do pueromni ani oro idisserpns: Αἰσχύλος τε καὶ Σοφοκλῆς αναφανιον Θασαν, ὁ μὲν ἐν Μυρμιδόσι σέβας - φι- Diuit ipso G Corale