장음표시 사용
151쪽
ALEXANDER OUTSOS.133 Ἀσπασία, καταβρεχουσα α χεῖρας του με τα δάκρυατης. M χάνωμεν καιρόν. λοι συνωμοσαν κατασου. 'Eδω εἶναι πλοιάριον τοιμον δια να σε φερη εις το Ναύπλιον, καὶ οἶκος κεῖ φιλικος δια να κρυφθὴς ἀποτα ομματα των δημίων σου 'Mφες με να σε δω. . . 'Mφες με να χαρ την μακαρίαν αυτην στιγμην. . . 'Eπανερχόμενος ἀπο τον θάνατον εις την λην ἀπο τοσκότος της φυλακης εἰ το φω της ἀγγή λικης παρουσίας σου, δε διακρίνω που ευρίσκομαι η ρασί μου θαμβόνεται και το λογικον μου κλείπει . . .' καὶ μεσφοδρους κλόνους καρδίας ξελθων ἀπο την φυλακην,εμβηκε με την 'Aσπασίαν και με την τροφ0 αυτης εις
το σκάφος, ἀφ ο ἀντεμειψε και αὐτος, ἄφθονον χεῖρα
τον δεσμοφύλακα. ις την σύντομον διάπλευσίν των, οι δυστυχεις ερασται μόλις λαβον καιρον νὰ διηγηθα - σιν εις εἰς τον ἄλλον σα πεφερον μετὰ τον χωρισμόν των, και ταν φθασαν εἰς το παράλιον, Ἀπιον θελω σε γράφει τὰ κατ εμε,' εἰπεν εις τον 'Eξοριστον η 'Aσπασία Λάβε την επιστηθιόν μου αυτην ικόνα, ὁπο τη όποίαν τοσάκις παλε η καρδία μου, τρεμο υσα διὰ τὰς μερας σου. . . Λάβε την ς ενεχυρον της στα
θερὰς μου ἀγάπης. . . A με ἀνακαλ αὐτ εις την μνημην σου, σον κόμη καιρον η σκληρὰ τύχη μὰς
Και ό με 'Eξόριστος, ἀκολουθησα εν τῶν πιστων κωπηλατων, διευθυνθη προς την οικίαν του 'Υδραίου, οπου μελλε νοῦ κρυφθη 'Aσ πασία κατεφυγεν εἰς
152쪽
HISTORICA ROMANCE.ενα της Προνοίας οἰκίσκον, τον ποῖον η προβλεπτικητροφος της εἶχε φροντίσει ν ἐνοικιάση κα ἀπ ἐκεῖεγραφεν μεσως εἰ τον πατερα της τι προεκρινε μυριάκις ν ἀποθάνη, παρ να δεχθη την δεξιαν του Aυγε-
ρινοπουλου, και τι, αν κεῖνος πεμεν ζητῶν να την
θυσιαση, εἰ χε αυτη ἀπόφασιν να θάψη a λοιπας ημερας της λης της εἰς ἀνεν Μοναστηρ ν. A στρεφωμεν τύρα τα μματα εἰς τον πατρικόντης οἰκον, που τα πράγματα λαβον ρκετα κωμικην μορφην Ἐλθον κατ αρχας οἱ Κυριοι Τπουργοὶ της Aυτοῖ 'Eξo χότητος, εἰς το μεσον των φεροντες το θοαριο ανδρα, ον υ γουστῖνον Καίσaρα, πειτα οἱ σεβάσμιος Γερουσιασταὶ και το ανθος των καποδιστριζόντων. Μόλις οἱ μάκαρες αυτοὶ πάτουν το κατώφλιον του μεγαλο θαλάμου της ποδοχῆς, και δυω πηρετιδες,
η μία κ δεξιῶν και η ἄλλη ξ αριστερῶν, τους ερράντιζον με οδόσταγμα καὶ τους καπνιζον με ρώματα. Καθίθας ὁ Κύριος Κόμης καὶ λαβὼν τας συνηθεις φιλοφρονησεις, μετὰ πολλης της σοβαρότητος ἀπετεινε
λος, νυμφευόμενος την θυγατερ σου ' θελε αποκτησει δικαιώματα εἰς την υνοιάν μου, και πολλοι τῶν παρευ- ρισκομενων πεμειδίασa πονηρῶς, καὶ ὁ Κυρ υγερι-
153쪽
Γερουσιαστχης, στις γαργάλιζόμενος ηδ απο την διαχεομεν ν του μαγειρείου εὐωδίαν, θελησε να επιταχυνητην ραν του συμποσίου Κυριος Κόμης δε δυνα- ται να χρονοτριβηση δ πολυ, πειδη, ω Στρατηγός, εχει ν δωση πολλα διαταγας και ν σκεφθη ρίμως περὶ του πολεμικοῖ σχεδίου, εκ του ποίου κρεμαται
σωτηρία της Ελλάδος καὶ λεξόντωσις των κακοβούλων της 'Υδρας σπατηρ της 'Aσπασίας, νευσας ις μίαν θεραπαινίδα να πλησιάση, μηνυσε την θυγατερα του να ελθη μεσως, και η καρδία του Aυγερινοπουλουεσκίρτησεν πο χαράν. ἀνυπόμονος μνηστηρ εἶχεν ηδη τους ὀφθαλμους προσηλωμενους ει την θύραν, τε αὐτη θαλαμηπόλος πεστρεφε με σύγχυσιν, τηνοποίαν δεν δύνατο να κρύφη, και εἶπε μυστικα εἰς τον αὐθεντην της τι χάθη ἀπ την οἰκίαν η 'Aσπασία. πατηρ ξερχεται τεταραγμενος. γερινό-
πουλος χρια, ποπτευσας ευθῖς την δυστυχίαν του. . .
οἱ προσκληθεντε αρχίζου να κρυφολαλωσι και aρίπτωσι βλεμματα πονηρα εις την ἀλλοιωθεῖσαν φυσιογνωμίαν του Αὐγερινοπούλου. . . Μετ ολίγον ὁ Οἰκοδεσπότης μηνύει εξ ενος μερους εἰς την ὁμηγυριν τι χεται ' ξ αλλου στελλε ανθρωπους καὶ ὁ ἴδιος τρε- χει προς ἀναζητησιν της θυγατρός του ει ολα τας συγγενικά του οἰκίας. . . Πολλη ρα παρερχεται. . .
154쪽
Στρατηγγς Ἐλλάδος, καταφλεγόμενος ἀπο ρειμάνιον πυρ, ζητεῖ μάχας . . . θελει ν ναχωρηση. . . 'Eξαίφνης εἰς ἀνεπιττηδειος πηρετης εμβαίνει, κρατῶν
ζει ὁ υγερινοπουλος, τρεμων καὶ νομίζων οτι εφθασεν
ρα τωρα το φερε κάτω - ξενος, καὶ μεσως φυγε. . Φαίνεται ἀπο τ επaνωγραμμα ληνα ἀπο την Κυρία 'Aσπασ&ν. . . Λάβετε το Κυριε, και τα γυρίσηὐαυθευτης ἀπ εξω του το δίδετε. V - - δεν εἰ εδ . . . η 'Aσπασία l . .' λεγε καθ' εαυτον ὁ Αὐγερινόπουλος - δε εἶ εδ. . .' καὶ η φων ἐκπνεε εἰς a χείλη του. υνυπόμονος νὰ δὴ τί εμπεριεχει το γράμμα, και θελων ἀποφύγη την περιεργειαν των θεατῶν, μεταβαίνει εὐθυ εἰς ἄλλον θάλαμον, νοίγει την πιστολην, τηνἀναγινωσκει με παραφορὰς λυσσης, καὶ μη τολμῶ νὰ φανη πλεον εἰς την συναναστροφην, γίνεται ἄφαντος. Ἐν τοσούτω πεστρεφεν ὀ πατηρ της 'Aσπασι aς, αφ' o ματαίως την ζητησεν εἰς λων τῶν συγγενῶντο τὰς οἰκίας, καὶ νομίζων τι δε εἶχεν η φυγη της φανερωθη, Σητῶ,' εἶπε, συγγνωμην ἀπο την ντιμον συνήθροισιν, καὶ προ πάντων ἀπο τον Πανεκλαμπρότατον, αν αἰφνίδιος σθενεια της θυγατρός μου δε την συγ χωρ ν παρουσιαθβ. αριτι θεία μως, ἀφ ουεφλεβοτομηθη, ευρίσκεται πολυ καλητερα, και Iraρα- καλοῖνται ι Κύριοι ν μην θελον κόμη ἀπελθει
155쪽
H Κυρία φιλτάτη της τιμιότητος του, καθως βλεπετε, επρόλαβε το κακόν, καὶ δεν εἰναι πλεον εἰς aνενα κίνδυνον. . . Eπειτα κατ τον σοφὸν Αριστοτελην, τοκαλὸν φαγητὸν ἀναπαυε τας μεγαλητερας λυπας, καὶ
λάρυγξ χει μεγάλην συγγενειαν με την καρδίαν. AI πάλι δε θα κήσωμεν aπὸ μελαγχολίαν . . .
γνώμη του εμβριθου Γερουσιαστου νεκρίθηομοφωνως. Υπουργοι κώ Γερουσιασταί, Γραμματεῖς κa Φαρισαῖοι, λοι συνεδρίασαν περ την τράπεζαν, καὶ ἀφ ο κατα κόρον φαγον και ἀφθόνως πιον εἰς ὐγείαν του οἰκοδεσπότου καὶ του πόντος γαμβρου,
156쪽
I' εἰκοστην βδόμην Σεπτεμβρίου, μερα Κυριακην δε εἶχεν κόμη ἀνατείλη ὁ λιος, καὶ 'Eξόριστος ὐπο πλα ἐνδύματα χωρικου, ἀφ ου διηλθε την μικραν
θύραν του αἰγιαλου, διευθυνετο προς την πυλην της ξηρας, ἀποφευγων τα μεγάλας και πολυανθρωπους οδους της πόλεως δια να μη γνωρισθῆ π κανόνα διαβατην 'Aλλ εμελλε μετ λίγας τινας να γίνηαυτόπτης μάρτυρ μεγαλου συμβάντος το ποιο θελο-
με εκθεσε λεπτομερῶς.'Hτον κτη καὶ μίσεια σχεMo ωρα, και οἱ κωδωνες επροσκαλου του πολίτας εις την λειτουργιαν, τε
κατα την στενην του Aγίου πυρίδωνος ἀγυιὰν ξαίφνης φάνη μπροσθεν του ὁ Ιωἄννης Καποδίστριaς, παρακολουθουμενος ἀπο δυω σωματοφύλακας, Γεωργιον Κογνην τον μονόχειρα καὶ Λημητριον Λεωνίδην. ἀγερωχος Κυβερνητης διευθύνετο προ τον ναον του Aγίου πυρίδωνος, a η κλίσις του σωματος ου προς την γην προδιδε την θλίψιν της φυχης του Ἀρριφεβλεμμα διαπεραστικον προς το 'Eξόριστον, και τοπρόσωπόν του, ξαγριωθεν δι μιας, φάνη να προεμηνυσεν τι μελλε ν ἀνακαλύφη τον πο χωρικην στο- λην κρυπτόμενον εχθρόν του 'Aλλὰ δυω ἄλλοι υ- θρωποι λίγον τι μακρὰν ε κυσαν Oλην 'ν προσοχ λὶν του πισαν ἴτοι ὁ Γεωργιος αυρομιχάλης a ὀ
157쪽
ALEXANDER OUTSOS.139θειος του Κωνσταντῖνος, προσευχόμενοι παρα την θυραντης εκκλησίας, λεις ενδον καὶ Ἀλλος μ. Προ πολ- λου χρόνου πο φυλαξιν ἀστυνομικην ντες, συνωροδευοντο τότε πο δυω στρατιωτας της Πολιταρ χίας. Κατα πρωτην πρόσοψιν ἀποδειλιάσας, ῶς φαίνεται, Καποδίστριας, στάθη λίγον, και τα ομματά τουεστράφησαν εἰς την γειτονευουσa οικίαν του Τπουργου του Poδίου 'Aλλ' πειτα, ω νὰ εἶχεν ερυθριάσει διὰ τοιουτον δεῖγμα μικροψυχίας, προχωρησε θαρραλεως, εφθασε πλησίον εις τους Μαυρομιχ αλας και τους χαιρορετησεν, τε ὀ με Γεωργιος π την μαυρην χλαίναν,
την οποίαν φόρει, ξεφερε με την μίαν χεῖρα ξιφίδιον,
και ἁρπάσας αυτον με την λην ε του στηθους, τουτο νεπηξε δις καὶ τρὶς εἰς το πογάστριον, κατὰ τον δεξιον βουβωνα δε Κωνσταντῖνος κενωσε ταυτο- χρόνως θανατηφόρον πυροβόλον πισθεν της κεφαλης του. . . Κυβερνητης της si λάδος πεσεν πτιος, καὶ ἀναστρεψας ἀγρίως τους φθαλμους, δειξε καὶ ἀποθνησκων την ἀφοβίαν, τις τον χαρακτηριζεν. 'Eκδικησεως ἀποφρὰς μερὶ Γενικης ἀπελπισίας εκρηξις θανάσιμος V E re καθ εαυτόν, δακρυσας 'Eξόριστος, καὶ πισθεν του ἄλλη εκπυρσοκρότησις ηκουσθη κώ ἄλλο ὐμα πεσε aτὰ γης. . . O πυροβοληθεὶς τον Κωνσταντινος Μαυρομιχάλης. φόνος του Κυβερνητο ε ροπη φθαλμου διεκοι- νωθη καθ' λην την πόλιν, καὶ πανταχόθεν το στρατιωτικον συνερρεεν τακτως. Hφησας μετα πολλων
158쪽
140 HISTORICA ROMANCE. λων την πληρη ιμάτων καὶ θορυβου δου 'Eξόριστος, ξηλθε τεταραγμενος ἀπο το Ναυπλιον Περίεργος δε να δὴ το ἀποβησόμενον, λησμόνει τι κινδυνευε, και ντ να ταχυν τα βηματα του προς τοTολόν, βάδιζε βραδεως προς την Πρόνοιαν 'Asi υπεριεφερθε πολλην ραν εἰ το προάστειον χωρὶς aδυνηθα να μάθη τι νεωτερον, δων τελος πάντων πολ- λους ἀνθρωπους συναθροιζομενους ει εν Καφενεῖον, ὁπηγεν κει καὶ αὐτός.
'Eστεκόμην εἰς την κκλησίαν, ' διηγεῖτο εἶ πολίτης καθ ην στιγμην εἰσηρχετο εἰς το Καφενεῖον ὁ Ἐξόριστος, εμπρο ε της εἰσόδου, οτα ηλθον οἱ δυω Μαυ- ρομι χάλαι. Γεωργιος, si υ σπάσθη την εἰκόνα,
παρηγγειλεν εις ενα στρατιωτην, στις τον συνωδευε,
ανίφη λαμπάδα εις o 'Aγιον, καὶ στερον στάθη μεσα, ἀκουμβων εἰς το φύλλον της θυρας Ἀλητωρ
της 'Aστυνομίας, κατα την συνηθειαν, δωκεν εἴδησινοτι ερχεται ὁ Κυβερνητης, καὶ οἱ Μαυρομιχαλαι συνενοηθησαν ευθυς με τα νεύματα Μόλις κεῖνος πάτησε
πησαν σχεδον εἰς την αυτην στιγμην, ο Γεωργιος μεμαχαιρίδιον, καὶ ο Κωνσταντῖνος με πυροβόλον. πίσας καμα ; . . αυτο μόνον τον κουσα a Ary, καὶ τον εἶδα να πεση νεκρός. ην περασμενην Κυριακην,
καὶ χθες κόμη, λθον οἱ δυω Μαυρομιχaλαι εἰς τον Aγιον πυρίδωνα, καὶ καθως σημερον, στάθησαν εἰς
την αυτην θεσιν με o αυτόν, ως aίνεται, σκοπόν.
159쪽
εἰκοστη πρωτη 'Aπριλίου νετελλεν αἴθριος και γαληναία. 'Aσπασία, τις ἀναγνωσασα μυριάκις την προς το πατερα της επιστύλην του 'Eξορίστου, δε εἶχε δυνηθη ἀπο την μετρον χαράν της να κλείσηυμμα δι λης της νυκτός, κάθητο εἰς το παρaθυρον καὶ προσηλον την ρασίν της εἰς εν πλοῖον, διευθυνόμενον προς την νησον. ο πλοῖον αρά γε τοίτο φερε τον
εραστην της ; . . E. ἰς την δεα αυτην μενε εκστατικη, και με τας χειρας κρατουσα την σκιρτωσαν καροιαντης, τρεμε κα ν ἀναπνεύση.
ψωρα του εωθινο της ποτολεφθασεν 'o πηρετης του Ξενοδοχείου μιγνυε το δηλητηριον εἰς τοὐτο, της το προσφερε καὶ ναχωρεῖ. . . N 'Aσπασία δηπίνει τον θύνατον, τε ὁ Φοιβαπόλλων, στις, λην σχεδον κείνην την νύκτα στιχουργησας, ξύπνησεν αργότερα παρ' ,τι μελετα, ερχεται δρομαῖος προ αὐτην
160쪽
HISTORI LL RO LYNCE. καὶ φανερόνει την νυκτερινην συνωμοσίαν του Aυγερι- νοπουλου μετα του πηρετου Ζητεῖται ὁ υγερινό- πουλος δε ευρίσκεται ι την οἰκίαν. ητεῖται ὁπηρετης' εγινε, λεγουν, φαντος Φρίκη τότε κυριευε την 'Aσπασίαν, κώ η τρομερα ἰδέα τι χει τον θάνατον εἰς τα στηθήτης καθιστα την δυναμιν του δηλητηρίου δραστικωτεραν. Πίπτει κατα γης χρα ς το μαραινόμενον ανθος, και 'ρυχρος δρως περιχεε ταμελη της Προς κορύφωσιν του τραγικου δράματος, φθάσας και 'Eξόριστος με το δ λιμενισθεν πλοῖον,
παρουσιάζετa εἰς o θάλαμον, που κειτο η 'Aσπασία.
Σκην ἀπερίγραπτο. στιγμη της συνενωσεως των στιγμη αἰωνίον αποχωρισμου Ποίαν λύπην Θι- κόνιζε το εκτεταμενον και δύο βλεμμα της Ἀσπασίας, ἀποχαιρετουσης σιωπηλῶ τον εραστην της l Και ωχρότης του θανάτου, τις πεχύνετο εἰς τὰς χιονωδεις
της σάρκας' Και η ξανθη της κόμη, τις ἀτημελητος επιπτεν εἰς τὰ στηθη τη 'Eξετεινε τὰς χεῖρας προς
το 'Eξόριστον, τε κατὰ πρωτον τον εἰδε . . . a εξε- τεινε πλην ς μόλυβδοι βαρεῖαι και ως ν μη τὰς εξουσίαζεν, πανεπεσαν εις γόνατά της Καὶ Ῥαστης της l . . re εἶναι λύπa ψυχης, περβaίνουσαι τὰς σκληροτερας δύνας του σωματος. υτυχεῖς,οσων η καρδία κρηγνυεται ι δάκρυα 'Aλλ' ταν ιοφθαλμοί, αἱ ρύσεις αὐταὶ της παρηγορίας, ξηρανθῶ