장음표시 사용
431쪽
κτειρον - , και τα τελη των μεμαντευμενων ἀποδίδου. Και ο μεν Ἀβροκόμης ταυτὶ κατοδυρόμενος, παραμυθουμένου αυτον Αἰγιαλεως , διηγεν ἐν Συρακου- σαις, ηδη και της τίν ς Αἰγιαλεῖ κοινωναν. οι δε προ τον Ἱππόθοον μεγα μεν η- το λη'vιον κα - σαντο, ἔγνωσαν δε απαίρειν Aiθιοπίας, καὶ με
haeret pectore infixa, vialis Lacedaemone erat, qualis in fuga , ac pervigilio. Aegialeo adhuc loquente, Abr comas eiulans, o te, inquit, omnium puellam infelici linam , quando vel mortuam inveniam λ Aegialeo ni gnum vitae solatium Thelxi nota corpus est, ac sane
didici, amorem verrum aetatis terminum egredi. Ego terram omnem & maria oberrans quidquam de te audire neqiteo. O infortunani oraculat o Apollo, qui durissima nobis dedisti responsa, nunc nostri miserere, iamque finem praedictorum facias. In huiusno si lamentis Abroconias vitam Syracusis agebat, consolante illum Aegialeo, cum quo iam amtis societatem inierat. Hippo stoi q validam iam praeci num constituerat manum, & abscedere Aethiopia, ma-
432쪽
ην δε αὐτω και ὐποζύγια πολλα, και κάμηλοι iὐκ ολίγαι θ AiΘιοπίαν μεν κατελιπεν, νει δε ἐπΑἴγυπτόν τε καὶ Ἀλεξάνωιαν, και ἐνενόει Φοινίκην λαι Συμαι πάλιν. δε Ἀνθίαν προσεδόκα τερ 1κε
να της κόρης λα--ς αὐτην Cιλοστοργίαν, καὶ την επικειμενην συμzοράν, Jπποθόω μεν οὐχ εἴπετο, λαφάνει δε εν πολλοῖς τοῖς αλλοις, και ἀποκρύπτεταιεν ἄπρω τινι συν τά. επιτηδείοις, οk συνελεξατο. Νυκτος δε γενομίης οἱ περι τον Ἱππόθοον επι κωμηνεληλύ&σαν της Αἰγυπτου, ' φειαν καλουμενην, ποπΘησαι θ ελοντες. V δε Ἀμφίνομος ἀνορυσσει την τά- 'IOresque res moliri decreverat: non enim ut singulos spoliaret, sufficere ei videbatur, sed pagos & oppida invadere tonstititerat. Omnia igitur iumentis & came-'Iis imponeas, quorum non exigua illi erat copia, Aethiopia reicta cum sociis Aegyptum & Alexandriam petit, iterinaque Phoeniciani & Syriam in animo h hebat. Antisam iam mortuam credebat; sed Amphinornus, qui a fossam, ubi ea claudebatur, excubabat, amori obsequins, nec se divelli a virgine patiens, quam animo egregie caram habebat, imminentis infortunii metu non secutus est Hippothoum, sed inter turbam eum latuit, abscondaque se in antro , ubi commeatus ali quantum collegerat. Noctu Hippothous in Aegypti pa- Suin Venit, quem Arium vocant, direptiiriis. Amphi
433쪽
σπηρίω, επανίστατο, και υβρίζειν ε πειρατο. 'H A ενὰ μηχάνω κακω γενομενη , σπασαμενητο παρακείμ, ενον ὀίῖος, παίει τον Ἀγχίαλον, και πληγη γίνεται και
βροκόμου τι ' ηλπιζε ποτε δε Qυγεῖν ἐκ του αντρου , αλλα τουτο αμηχανον ουτε γαρ ἡ ὀδες αυτη --πορος m, οἴτε ὀ ε γησόμενος την πορείαν. Εγνω με- νειν οὐν ἐν τω απρω, και φερειν ο τι αν τω δαίμονι δοκη. Κἀκείνην μεν την νυκτα εμεινεν ουτε ἴπνου τυ- χοῖσα, και πολλα ιννοουσα. Ἐπει δε ἡμέρα ἐγενετο ,
ad praedandum profecto, puellam adoritur, Vitiumque afferre parat. Illa oppressam inalis se sentiens, consilita omnia superantinus, gladium prope iacentem stringens. letali vulnere Anchialum percutit. Dum enim is complexaturus, & iuncturias Osculum, totus super eam se inclinaverat, illa gladium subiiciens pectori vulniis inflixit. Et Anchialus quidem de scelesta libidine poenas iustas . dedit; Anthia vero ob sactum commota animum metu in ultra insit consilia, nunc sibi mortem consciscendi, sed spei adhuc aliquid de Ahir orna supererat, nunc aufugiendi ex antro. Sed cum ad hoc nihil ei omnino suppeteret, neque enim expeditum iter aut viae dux erat, in antro manere statuit, ac ferre, quid-quul Deo suo videretur; nocteinlue illam fuit insomnis, inulta Volutans animo. Ut illuxit, Hippothous cum
434쪽
οἱ περὶ τον 'Ιππόθοον, και όρω τον Ἀγχίαλον
ανηρημενον, και τρο Ἀνθίαν παρα τω σωματι. Καὶ εικάζουσι το γενομενον, καὶ πιακρίναντες αυτην εχανθάνουσι παντα. F.δοξεν οὐν αὐτοῖς εν ὀργῆ το γενομε- νον εχειν, και τον τεθνηκότα ἐκδικησαι φίλον. Καὶεβουλεύοντο κατα Ἀνθίας ποικίλα, ο μεν τις αποκτεῖναι κελεύων, και συνθαψαι τω 'Αγχγάλου σωματι, αλλος δε ανα αυρωσαι. V Ἱππόθοος ἡνιατομεν- τω 'γχιάλω' εβουλευετο κατα Ἀνθίας
μείζονα κόλασιν. Κοιι - κελεύει τάῖρον ορύξαντας μεγάλην και βαθεῖαν ἐμβάλλειν την Ἀνθίαν, και κύνας μετ αυτης δύο, γα ἐν τούτω μεγάλην δίκην ὐποσῶτων τετολμημένων. Κοιι οἱ μεν εχτοίουν το προσταχθεν,
ηγετομὴ Ἀνθία ἐπι την τάφρον. Κοιι οι κύνες δε ησαν
Aiγύπτιοι, και τα αλλα μεγάλοι , και οῖθηναι φο
βεροί. Uς δε ενεβληθησαν, ξυλα επιτιθέντες μεγάλα επέχωσαν τὴν τάφρον, ην δε του Νείλου ολίγον ὰπ
sociis adveniens occisum Anchialum videt, & prope corpus Anthiana. Factum coniiciunt, eamque interrorantes omnia is telligunt. Visum iis, ob hoc ira percitis , amici mortem ulcisci. Varia in Anthiam constitu re: necandam alius dixit, & cum Anchiali corpore sepeliendam, alius in crucem agendam. Hippothous, ob Anchialum moestus, maius in Antii iam supplicium conimentus est. Iubet profundani latamque fossam fieri, &iniici Anthiam, & duos cum ea canes, ut, tantum ausa facinus, ita poenam gravissimam pendat. Ii mandata feceriint. Aninia in fossam demittitur. Canes erant Aegyptii immanes, & adspectu teterrimi. Ιis in fossani coniectis. ingentia ligna imponunt, terraque aggesta fossam operiunt. Parum ea a Nilo Gerat, custodemque unum Lotaus. T
435쪽
χουσα ) και κατεσπησαν φροψον ἔ- των λησπων φίνομον. ουτος ἡ Ἀμφίνομος μεν και πρότερον
θεα κει της 'AνAας, τοτε δ' οὐν ηλεει μαλλ.ον αὐτην, και της συμφορας ωκτειρεν. Ἐπενόει δε οπως επὶ πλεῖον αυτη ζησεται, ἔπως τε οἱ κυνες αυτη μη εν ενοχλησώ- . Καὶ εκασποτε αῖαιρων των ἐπικειμένων τη τά*ρωξύλων πτας ὲνεβαλε, καὶ υδωρ παρίαε, καὶ εκ τρύτου την 'νθίαν υρρῶν παρεκαλει. Καὶ οἱ κυιες τρεῖ μενοι οὐδεν ετι δεινον αὐτην εἰργάζοντο, ἀλλα ηδη τιθασα
εἰς ἐαυτην, και την παράυσαν τυχην εννοησασα, οἴμοι, Cη , των κακων , άῖαν ὐπομενω τιμωρανς, τάχος, και δεσμωτηρον, και κύνες καθειργμένοι πολύ των λη-
στων ἡμερωτεροι. Tis αλα, Ἀβροκόμη, σοι πάσχω, ς γάρ ποτε ἐν ὁμοία τύχη και συ, καί σε ἐν Tψω κατελιπον εν δεσμωτηρ ω. Ἀλλ' ει μεν ζης ετι, δεινὸν
Amphinonium constituerant, qui lana pridem Anthiae amore captus, tunc magis illam miserabatur, dolebatque infortunium; cogitabat Vero , qua ratione vitam eius sustentaret a canibus illaesam. Quotiese rem iis lignis, fossae stiperpositis, panes iniecit, & aquam praebuit, & Anthiam imie hono esse animo la oriatur. canes pasti nullo eam affecerunt malo, quin & cicuis res mansuetique subito flicti sunt. Anthia, inena or sui, praesentenique sortunam considerans, Eheu me in is ram, inquit, quale hoc est, quod stineo suppliciti fossa, carcer, canes inclusi, quos tamen latronibus lon- initiores experior. Haec riti causa , Abrocoma , purior: nam & tu in pari quondam fortuna fuisti, &in vinculis Τγri reliqui. Sed si vivis adhuc, nil grave est; fortasse aliquando fiati invicem dabitian At si latu
436쪽
νας ημερους εποιει τρετων. mortem obiisti, frustra ego Vivere annitor, frustra iste, quicunque est, infelicis nunc miseretiir mei. Haec dicens continenter lamentabatur. Ita quident Anthia in fossa cuin cauilaus inclusa erat, & Amphinomus illam quotidie consolabatur, canesque alendo mitigabat.
437쪽
πλουν, εἰς αυτην μεν Irαλίαν Ουκ ερχεται, το γυπνίωα τὸν να ἄν απακταν του μεν κατ' εὐθυ απέσφηλε πλώῖ, ἡγαγε δε εἰς Σικελίαν και κατηχθησαν εἰς πόλιν Συρακουσας μεγάλην καi καλην. 'Επαῶθα σ
ANTHIAE ET ABRO COMAE LIBER QUINTUS.
BROCOMAs, ab Aegypto navigatis, non in Italiam quidem ipsam pervenit, cum navis Vento depulsa recto cursu aberrasset. Ad Siciliam Vero Syracusas, an plain pubchramque urbem, appulere. Ibi Abrocomas i
438쪽
XENOPHONTIS EPHESIAC. L. V. 293
Ἀβροκόμης γενόμενος ἔγνω προῖέναι τρο νησον, καὶ ἀναζητεῖν ετι προ 'Aνθιας εἴ τι πύθοιτο. Και ἐνοιM-ζεται μεν πλησίον της Θαλάσσης παρα-Αἰγι--
πινης μεν ην και ξενος , ἀγαπητως αυτον διετρεφεν - της τεχνης. 'Υπεδεξατο δε τον Ἀβροκόμην δεμενος, καὶ παῖδα ἐνόμιζεν αὐτου, και ἡγάπα διψερόντως.Κ- ηδη ποτε και εκ πολλης της προς ἀλληλους συνηθείας ο μεν Ἀβροκόμης αυτω διηγησατο τα κατ' αὐτον, καὶ την Ἀνθίαν εἱρ-ει, καὶ τον ερωτα, καὶ την πλάθ-' ὁ δε Αἰγιαλεῖς αρχεται των αυτου διηγημάτων. Ἐγω, εφη, τεκνον Ἀβροκόμη, ουτε Σικελιωτης, ατε επιχωριος, ἁλλα 'Σπαρτιάτης Λακεδαιμόνιος, των
τα πρωτα ἐκεῖ δυναμενων, και περιουσίαν ἐχόντων
πολλην. Νεος δε ων ηράσθην, εν τοῖς ἐφηβοις κατα- λελεγμενος, κίρης πολίτιδος Θελξινόης τουνομα. AF ηρα δε μου και Θελξινίη' καὶ τν πόλει παννυχίδος
stilam per rare statuit, ac quaerere, si quid avisire de Anthia pol t. Donio excipitur prope litus ab Aegialeo
quodam sene piscatore, paupere & peregrino. Is, cΟ-miter Abroconiam ad se receptans. ex artis provemulibenter nutriebat, ac maxime diligebat, ut filium reputans. Aliquando consertis invicem sermonibus, cum Abro. coirias fortunas suas, Anthiam, amoren , et roresque na rasset, Aegialeus ita & sita commemorare orsus est. Ego, inquit, fili Abiracoma, non Siculus, non indigena sum, sed Spartanus Lacedaemonius, ex iis , qui plurimum nai auctoritate & opibus possent. Prima iuventa Virginem amavi indidem civem , cui Thelxinoae nomen, amabatque illa me pariteri cum pervigilium
x Ἐχόντων) Ita rescripsi e Lo- etsi vulgatum ἴχων haud plinecessae coniectura satis protrabili, damnem.
439쪽
αγομένης συν-θροπ αλληλοις, αμῖοτερους όδηγο- μένου λοῖ , α γλαύσαμεν, - ενεκα συνήλθομεν Και χρόνω τινι αλληλοις συνῆμεν λανθάνοντες, καὶ ωμοσαμεν ἀλληλους πολλάκις εξειν - μεχρινάτου. Ἐνεροσησε δέ τις ἄρα Θεῶν κα- μεν ἔτι is τοῖς εzηβοις - , την-Θελξινόην ζωοσαν προς γάμον οι πατερες δαχωρίω τινι νεανίσκω Ἀνδροκλεῖ του-
πρωτα ἡ κόρη πολλας προῖάχαις ἐποιεῖτο, ἀναβαλλομένη τον γάμον' τελευταιον δε, δυνηθεῖσα ἐν ταὐτω μοι γενέσθαι, συντίθεται νυκτωρ εξελθεῖν Λακεδαιμονος μετ εμου. Και - ἐσπείλαμεν μυτους νεανικως,
ὰα κειρα δε και την κόμην της Θελξινόης ἐν αυτη τῆτῶν γάμων νυκτί. Ἐξελθοντες οὐν της πόλεως νειμεν εἰς Αργος καὶ Κόρινθον, κἀκειθεν ἀναγόμενοι επλευ- σαμεν εἰς Σικελίαν. Λακεδαιμόνιοι δε, πυθόμενοι την
in hirbe ageretur, convenimis, ac, ducente Deo, sis r bus, quartana causa conveneramus, iniebamur. Per ali quod tempus clam consuescere licuit, mutuo iureiurando saepe pollicitis, usque ad mortem convicturos. Invidit mihi Deoruni aliquis: nondum enim ex ephebis excessetam, ciun Thelx in in parentes nuptiun dant Androcli cuidani, trulidem adolescentulo, qui & ipsam amabat. Puella multa primum causa Iulo in longum d cit nuptias: tandem ut licuit me convenire , consentit noctu mecum egredi Lacedaemone. Exornamur igitur iuveniliter, comamque Thelxinoes ipsa nuptiarum nocte totondi. Urbe egressi, Argos & Corinthum proficiscimur, atque titile solvetues in Siciliam naviganaus. Lacedaemonii, fuga audita, nos capitis damnarunt. Hic
440쪽
pυγρο, Θανατον κατεψηQίσαι ra. Ῥμεῖς δε ε ταυθα διηγομεν ἐν απορία μεν των ἐπιτηδείων, ηδομενοιδε και πάντων ἀχπολ ειν δοκουνας, ἔτι ἡμεν μετ' αλ-
λων. Καὶ τέθνηκεν ἐνταυθα οὐ πρό πολλῶ Θελει
νίη , και το σωμα οὐ τέθαπται, ἀλλα εχω γὰρ μεταεμαυτώῖ, και ἀει Oιλω , και συνειμι.
δεαλω, και συγκατααυμαι, και συνευωχουμαι κανελθω ποτε εκ της ἀλείας κεκμηκως, αυρο με παροραμυθίῖται βλεπομένη οὐ γάρ, sia νυν ὀροῦταί σοι , τοιαυτη φαίνεταί μοι' ἀλλα εννοω, τέκνον, οῖα μεν ἡνquidem necessariorii in inopia laboravimus, gaudentestanaen quasi omnibus finieremur, Pio i una essemus. Hic non ita pridem Thel xinoe fato cessit: corpus non humatum est, mecum enim habeo, eiusque Vetere consiletudine utor. Haec dicens Abroconiam in interius cubiculum ducit, ostenditque Thel xinoena anum , formosam olim mulierem , Aegialeo etiamnum puellam. Orpus eius co dirit in erat Aegyptio more, cuius errat senex peritiis. Haec, inquit, est, fili Abroconia. Illam ut vivam alloquor, una & iaceo, & cliscumbo , & si quando a piscando lassus revertor , huius me adspectus reficit: non enim quasis, filii, tibi nunc videtur, apparet mihi, sed
i Πρισβύτι, Abre h. hune Io- quod sane concinnius. Idem mox cum ita constituit, πρεσβύτι is corr. pro aν οὐρησιν, A. γενομAM, καλουν δ' ἔτι A . quod recipiendum putavimus.