장음표시 사용
181쪽
να μὴ το μετανοήσετε, εις την φὴν καὶ τ λος η μετανόησις Ἀστεριν πο λά ν μετανοημενη. 265 λοιπὸν μ' αναμῆνετε, πλέον μ' καρτερεῖτε, O o σας συγκροτήσετε, πλέον μὴ ἀκαρτερεῖτε, περὶ τα πάντ' απὸ φυχῆς ολοι ἀγαπηθῆτε,να πῆτε λοι κατ εχθρῶν, κατὰ των μουσομμάνων, καὶ δεῖτε εἰς εκδίκησιν τρεχετε, μὴ σταθῆτε, 270 τον μαχουμετην σφάξετε, μηδεν ἀναμήλεῖτε, τὴν πίστιν των τὴν σκυλικὴν να τὴν λακτοπατῆτε 'μkρα καὶ νύκτα με σπουδὴν 'ς Γεθνη δια να πατε σηκώσατε καὶ τον σταυρον ποῖ ναι θεῖον ἁρμα, ωσὰν το σήκωσέ ποτε ὁ μεγας Κωνσταντῖνος 275 καὶ τους εχθρούς νίκησε καὶ εκατέβαλέν ους. ω Κωνσταντινε ράγαζη, κακὴν τύχην ὁποὐ Ῥες. καὶ τί, λέγω, υκ μπορῶ, καὶ τί, γράφω, OU Oιδα. σκοτίζει μου τον λογισμὸν ὁ χαλασμος ης πολης, καὶ, πολύ της το κακον πῶς να- γῆ ς τον κόσμον.
280 δὲ μανδάτον θλιβερὸν οὐ θέλει πα ς 0 πάπαν, τὴν κορυφὴν τῶν ριστιανῶν, μέσα 'ς το ἄγιον Πετρον, καρδιναλίους δώδεκα καὶ ἄλλους βδομῆντα. πῶς ν το πιάση λεκκλησιὰ, ἡ συμβουλὴ τῆς ἄμης,
καὶ πῶς να τὸ συλλογισθοῖν τῆς Λύσης o αὐθενταις,285 ηγάδες, κοντοι πρύγκιπες, δουκάδες, καβὰ λάροι, πῶς νὰ τὸ συμμετρήσετε, α τ συλλογισθῆτε, τ δολερον καὶ σκοτεινον τῆς πόλης το μανδάτον; ῆλθε καιρος τῶν ριστιανῶν, Λατίνων καὶ Pωμαιων, 'Pώσων καὶ Γλάχων καὶ Οὐγκρῶν, Σέρβων καὶ 'Aλαμάνων,290 λοι Γόμονοιάσουσιν, να γενουσι Toάνα, καὶ, ὁμοφωνησουσιν o Xριστιανοι τε ὁλοι, καὶ νὰ σηκώσουν τον σταυρὸν τοὐἈριστοῖ τὸ σημαδι, με λιτανείαις, δέησες, προσευχαῖς καὶ δακρύων, καὶ νὰ παρακαλέσουσι εξόχως τὴν κυρίαν,295 νὰ δεηθῆ προς κύριον τογνὰ μα δώσ νῖκος. 'Ω Γενετία φουμιστὴ μυριοχαριτωμένη, ire Veneti Ru
182쪽
αὐθένταις ευγενέστατοι, λάθος μεγάλον TOR εἰς τὴν Κωνσταντινούπαλιν μεγάλον κριμα TOV. ποῖ τον η βοήθεια σας, αὐθένται Γενιτ άνοις το δολερὸν καὶ σκοτεινὸν της πολη TO μανδατον λέγουν οἱ οὐρκοι πήρασι την Κωνσταντίνου πολιν να ποὐν ' χώθ καὶ αὐτη σὰν τὴν Σιαλονίκην. τί εγίνετον ὁ πάιλος ποῖ οἱ πραγματευτάδες ἰπολτο λογάρι τ αμετρο καὶ πολαὶ πραγματειαις, λιθομαργαριτύρια, σήμ και χρυσάφι, καὶ στολησιαῖς καὶ φορεσιαῖς ποῖ χετε ς την πολιν εδε φωνὴν τὴν συρε κοράσιον εα ην πολιν ' θεέ μου, πῶς απέμεινε τὴν τόσην ἀνομίαν,
οἱ οὐρκοι νὰ κερδήσουσι τὴν πολιν τὴν ὀλβίαν,νὰ κενωθοῖν τῶν ριστιανῶν τα αυατα ς δωρ 'si Γενοβέσοι φρόνιμοι, ποῖ τον ὁ λογισμός σας,
καὶ πολὴ δόξα, δε τιμὴ καὶ πολ συμβουλή σας
ποῖ ναι Ἀρχοντολόγια σας, ποῖ ναι - παρρησια σας ποῖ ναι τ ὰσημοχρύσαφον καὶ το πολυ λογαρι, οποὐ χετε , τὴν Γαλατὰν εἰς τὰ σκηνώματά σας καὶ ποῖ ναι αἱ εὐγενικαῖς καὶ αἱ ἀρχοντοπουλαις, τοὐ κύστρου αἱ Γαλατιαναῖς, αἱ Γενοβεσοπουλαις οἱ οὐρκοι τὰς πήρασιν, ἀπεκερδήσασιν αις. ω Γενοβέσοι φρόνιμοι, μὴ, καταπατεῖτε τὴν δύναμίν σας βάλλετε στε ν 'κδικηθῆτε τὰ εθνη τὰ α λόπιστα 'ς h βρομερήν των πίστιν. μὴ τους αφήσετε λοιπον 'ς τὴν πόλιν να σταθοῖσιν, μηδὲ ριζώσουσιν κεῖ φνὰ πάλυσταθοῖσιν καὶ κάμου ρίζαις δυναταῖς ἀνανασπάστους διολου εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, καὶ τίς νὰ ταῖς ανασπάσm; G26
μὴ ὁ παντοδύναμος θεὸς ὁ παντεπόπτης καὶ ἡ μητέρα οὐ ριστοῖ, οὐ θεολκαι λογου,
οἱ αγιοι πόστολοι και μετὰ τῶν προφηTων. δε Κωνσταντῖνε βασιλεῖ, τύχην βαρειὰν ποῖ χες, θέλω νὰ δώσω ενθύμησιν , τῶν αὐθεντῶν της υσης ρῆγαν τον ἐκλαμπρότατον οὐ ΠαρισιOs, O πρωτον πρωτόαρχον των αὐθεντῶν, τῶν τοπαρχῶν η AUσηS.
183쪽
ὼ Φράτω τιμιώτατη καὶ πολυφουμισμένη, Φρατρόρσιδες πάλεμισταὶ, ἄνδρες μου στρατιῶται, 335 ξεύρετε πληροφοριάν εχύθηκεν ῆ πόλις. τ- ας φανῆ δε δύναμις ομοὐ και ἡ στρατια σας, να δράμετε ἀπόκοτα με φρόνqσιν και πρῆξιν,εκδίκησιν να ποίσετε της ταπεινῆς της πόλης.
διατὶ καὶ το βασιλειον απὸ την Φράτων τον,310 ενι καὶ δίκαιον λοιπὸν του γένους να βοηθῆτε, και η ἀργ0τε, καν ποσῶς παραυτα εγερθῆτε να, πῆτε με βοῆθειαν θεοὐ παντοδυν μου, ναὶ πολεμήσετε καλῶς μετὰ μαχουμετιάνους θέλημα ενι του θεοὐ 'ς τα θνη αἰπὰτε. 315 Aoιπον κοντεύγω τα πο λὰ, στρέφομαι προς Ἀγκλέγυς. ' Δὼ Ἀγκλέω φρονιμώτατοι, τίμιοι των ἁρμάτων,
οἱ πριστιανο με ριστιανους νά ναι τόση κατάρα, να σφάζουντα αλλήλους των καὶ να μηδεν λυποὐνται, 350 νὰ χύνουσι τ α ματα μολενας καὶ ἄλλος, καὶ, το δέχεται ἡ γῆ καθήμερα νὰ πίνm ω μέγα κρίμα κ ἄδικον, καὶ μαυρισμένη μοῖρα. θεέ μου, διὰ την δοξαν σου βάλλε του ει ἀγάπην, φραζ γυς καὶ 'Aγκλέζιδες, Σπανιόλους 'Aλαμύνους, 355 πὰ αυθεντία πασ' αρχὴ της Λύσεως τὰ μέρη, ν ὁμγνοιάρουν εμπιστα, να πὰν κατὰ τὰ εθνη, την πόλιν των ριστιανῶν, Λατίνων και Pωμαίων,νὰ πάρουν ἀφτὰ χέρια των, ἁ κόφουν παρσίν των. ου δύναμαι νὰ γράφω πλεον, αὐθενταις μεγιστὼ νοι, 360 μὴ ξεφυχήσω ὁ ἄτυχος κρατωντα το κονδυλι, μὴ ξεφυχήσω ο ταπεινὸς εκ την πολλγήν μου θλίφιν δμως εδὰ καὶ πάντοτε μετὰ ψυχῆς κραυγάζω
θεὸν τον παντοδύναμον του νὰ σα ειρηνεύσV, την πολιν, ἐπύρετε 'κ τῶν ασεβῶν τὰς χειρας. 305 INo αναθυμήθηκα τον αὐθέντη, τον οὐ καν, in Dii e fκύριον qς πουργούνιας, τον μέγαν στρατιώτην. Mπουργουνέζοι αληθινοὶ, ἄνδρες ἀνδρικωτάτοι,
184쪽
ὀποὐ χετε πολλὴν φιλιὰν πάντα ' , την βασιλείαν,εις αρχοντας καὶ ει πτωχοῖς κ εις την ἁγιὰν Σοφίαν, που 'ναι- φίλος σας λοιπὸν βασιλεύς Καλοιωάννης, Q70και Κωνσταντῖνος ράγαζης, Ἀδελφος ὁ τούτου,
η ὁδηγήτρι' οὐ φαίνεται, φλιὰ Σοφιὰ εχύθην,
φίλος σου ὁ βασιλεύς οὐδε ποσῶς εὐρεθην τούς ἄρχοντας κόφασι τα Τουρκικὰ μαχαίρια, καὶ οἱ πτωχοὶ οἱ ταπεινοὶ Oλοι χμαλωτισθῆκαν. λοιπον πανυψηλότατε, κλαμπρότατε δοὐκα, 380 κύριε της πουργούνιας, αὐθεντη και δεσπότη, κωσε το σταντέλι σου μετὰ πολλῆς σχύος νά - κι ὁ φόβος του θεολεμπρὸς κατ οφθαλμου σου, καὶ δράμε εις κδίκησιν της Κωνσταντινουπολης ομολμε ἄλλους ριστιανοῖς δράμετε μ αργεῖτε, dbτον οὐρκον αφησετε, λοι ρματωθῆτε, τοὐς ούρκους ξαλείφατε, ξανασπάσετέ τους. μην ἀμελήσης το λοιπὰν δοῖκά μου στρατιῶτα, ἄμε δράμε 'ς εκδίκησιν οὐ βασιλεῶς τῆς πόλης,
TV ὁδηγήτριας της κυρβς καὶ τῆς ἁγια Σοφίας, 90
ῶς φίλος νησιωτατος ὁπου σου τωὐ Ῥωμαιων, με την ψυχὴν δια νὰ 'μβῆς σὰν τον Πτολεμαῖον, την πόλιν is πάρετε καὶ μην ἀκαρτερειτε, καὶ ὐτονίκοντίσετε με την καρδιὰν τον σκυλον, οτι κενοδόξησεν ἀπὸ τῆς ευτυχιας του 96να μὴ μετανοήσετε, στερου νὰ θλιβῆτε, καὶ τό χετε νὰ κάμετε, μηδεν το ἁμελε ε.
ω Προβεντωλοι εὐγενικοὶ στρατιῶται οὐ πολέμου, 400 μετὰ τῶν Ἱσπανιόλων τε καὶ τῶν Πορτουγαλέων, δεξεύρετε αληθινά- εχύθηκεν - πόλις, επῆράν την οιώσεβεῖς καὶ 9χμαλώτευσάν την.
185쪽
ἀπ ελπίδας δολερὰς ἡ καὶ φιλαργυρίας
42 καὶ ὁ Ἐρμης τάχα θρηνων παρηγορων ἐκείνην '
τί εχεις, Αφροδίτη μου, καὶ εἶσαι χολιασμεν ἰκαὶ ὐ Σελήνη ἀπο μακρα, στέκει- ουδὲ συμονει, καὶ λέπει καὶ θαυμάζεται, και τρέμει ἀπο τον φοβον.
και τα στοιχεῖα οὐρανοὐ κλαίουν, θρηνοὐ την πολιν.
νὰ βγν ' τὰς ἁρμονίας μου καὶ ε τα σωτικά μου μὴ σκάσω ὁ κακότυχος, γράφοντα μὴ πλαντάξω, μήπως καὶ παρμογισθῶ, θεὲ, βοήθησέ μου. Αδ στρέφομαι ει βοήθειαν νὰ πνοπως ν δώσουν,
κι ἀντιβολῶ, παρακαλῶ εις πάσαναν αὐθέντην, Σπανιόλους, Προβεντ άλους τε με τῶν I ορτουγάλεων μόνον ν ὁμονοι σουσι, αν θέλουσι καὶ μόνον,
186쪽
μὴ κι αυτο αφησετε τονώσεβὴν τον σκύλον, κι οὐδε τον ξεριζώσετε πάραυτα διαχρῆμα.
σιγοπατῶ κιώφίνω ο κ σεῖς να το εὐρῆτε οτι βλέπω κ επήδησε κ κάτσε εις την υσιν, ῶς πάρδος λεοντόπαρδος, ῶς λεων πεινασμένος, καὶ τρώγει σας την σάρκα σας, καὶ πινε σας TO μιμα,
ῶσαν γλυκύ μαγείρευμα καὶ δίχα θελημα σας.
νὰ ποίσετε ὀμόνοιαν εις μιαν καρδιαν ι λοι, καὶ νωτον ξεριζώσετε παντάπαν ἀπ TOν κοσμον. εις οὐτο δε παρακαλῶ, αὐθένταις καὶ ρηγάδες,
αν εγραφα παράξενα, νὰ μη με βαρεθῆτε, ἀμμη νὰ, πομείνετε διὰ το θεὸν αὐθενταις.
'L. Κωνσταντῖνε βασιλεῖ, τύχVν κακην η ε ες, ας ελθω 'ς το προκείμενον της ταπεινῆς Tu πυλης, τον οὐρκον τον παράνομον, γάλλετε - την υσιν.
με την ἀγάπην φαγε τον κόσμον που ριζει. λοιπὸν, τον φήσετε μόνον καὶ δύο χρονους ει την Κωνσταντινούπολιν νὰ περιανασανΓ,
ομνύω σας ει τον θεὸν ὁλους μας θελε φαγει. μηδεν ἀναμελήσετε, ποσῶς μηδεν σταθῆTE, τον οὐρκον ἁ βγάλλετε, αὐθένταις ὐγενῆτε, τότε νὰ κεφαλαιώσετε, αὐθένταις ν γενῆTε, ἀναπαυθῆτε ὁλοι σας, τινὰ νωμη 0βqσθε, καὶ μέγαν λύκον εχετε, χάσκει σαν O Gρι, τ αῖματα τῶν ριστιανῶν πίνει σὰν λεονταρι διὰ τοῖτο ὁλοι ριστιανο α πὰν με TO καμαρινὰ τον ξεριζώσετε τον σκύλον τον λυσσιμρην, θεὸς ὁ παντοδύναμος θέλει σας δώσει χάριν, το πνεῖμα το πανύγιον καὶ, σὰς φωτιστὶ με προθυμίαν δυνατην καὶ με φυχην μεγαλην, καὶ νὰ τον ἀφανίσετε, ς ὁ θεὸς το θελει. ὁ οὐρκος ενι δυνατὸς, εχοντα καὶ την πολιν
187쪽
Ἀπάτησεν εις Pωμανιὰν καὶ να τελῆ κατ ετος την ἄτυχον- ελεεινὴν τὴν Κωνσταντίνου πολιν με τ αύρων με τὸ σήμερον ἀπο τόπον ει τοπον, ε Ἀνατολῶν πήδθσεν κ κάτσεμ εις τὴν Λύσιν,485 ει το σκαμνὶ των ριστιανῶν, o κεφάλοδοτίκι. ράκλειος και προ αυτοῖ ὁ μέγας Κωνσταντῖνος καὶ μεχρι Ἀουστινιανοῖ οἱ πρώτιστοι της πολης, ῆ πόλις κυρίευεν Ανατολὴν και Λυσιν,
καὶ τώρα το μειράκιον, το συχαντον τὼ θνος,
490 ενέβηκεν, εὐήλωσεν, γίνη αὐθεντης μέγας
επάρθηκεν ὁ ασεβὴς Δ διάβολος διώκτης,
τον κόσμον ολον βόλεται, θέλει ν τον εφάγ' καὶ πῆσα ει ὰς βλεπετε, μικρος καὶ μέγας αὐθέντης,
μὴ συντροφιάση μετ αυτον, μὴ φιλευθῆ μηδ' ολως,
495 μηδε δεκτὴ ὁρκομοτικὰ, μηδεὶς αυτον πιστευ τους ὁρκους κάμνει δολερους ὀμνειμ ει το σπαθί του,ερούστερου θανατόνει τους και επιορκεῖ ὁ σκύλος τον ὁρκον τον ὁ ασεβὴς ποσῶς ου στεργει ΟὐTO, διατ ενι γένος ἄπιστον καὶ πλῆρες γέμον δολου. 500 καὶ ὀαριστὸς ποῖ παθεν δι' μὰ του ανθρώπους, καὶ τον σταυρὸν μας εδωκεν ὁπλον καὶ μέγαν ἄρμα,
505 ελπίζω, λέγω ει θεὸν, καὶ γράφω μετὰ θάρρους,
τον οὐρκον να νικήσετε με οὐ σταυροῖ τὴν χάριν, καθά ποτε ὁ ἄγιος ὁ μέγας Κωνσταντῖνος. Ἀφίνω τώρα τούς πολλούς καὶ τούς Προβεντ αλους, καὶ τῶν Πορτουγαλέων τε μετὰ των Σπανιολων,5 I και στρέφομαι 'ς τον βασιλεα τον της Ἀλαμανίας,
188쪽
τον κρύλην τον πανθαύμαστον, ρηγαν της Ουγκαρίας τοιουτος εἶ ὁ βασιλεύς ὁ της 'Aλαμανίας, και πάλιν ο παμφούμιστος ρῆγας της ὐγκαρίας, ῶς τους πλανητας τους πτὰ να περφέρουν δύο. βασιλεῖ πανεύγνωστε ὁ της 'Aλαμανίας, Ibκα συ ρῆγα πανένδοξε αὐθέντα Οὐγκαρίας, να ξεύρετε ' πηρασιν οἱ ασεβεῖς την πόλιν, εχύθην Ἀποκράτησις, βασιλεία 'Pωμαίων. απην η πολις εχύθηκεν ὁ κόσμος α προσέχη
Ἱλθε καιρος, ω βασιλεῖ, α πας κατα τα θνη, 620χρειαν σου κάμνει περισσὰ να πάγης κατ κεῖνα. συμφορα καὶ θρηνισμος καὶ κοπετος μεγάλος, Κωνσταντῖνε βασιλε9, τυ θν κακην πOs 'χες. αὐθεντη, πάλη Uγενικε, στολη ων ανδρειωμένων,
κακα θηριὰ σύμωσαν συμὰ ς την Οὐγκαρίαν. 62b LIιάγκω φρονιμώτατε, καὶ στήλη της Βλαχίας,
εχαλασεν 'Pωμανια, χάλασεν ύσις, επεσασι τα λάμπουρα του βασιλεῶς της πόλης. θεέ μου πως πέμεινες την τόσην ἀνομίαν;
εδ σας κάμνει χρεια πολλὴ κατὰ ούρκων να βτε- μετὰ μεγάλης στρατιῆς, μετὰ πολλῆς σχύος, να παλεμησετε καλως κι οἴτω νὰ δοξασθῆτε,ν δοξασθῆτε περισσὰ, ταν φῶρα σώσΓ, καὶ δώσα σὼς την ὀχεος ὁ μέγας τροπαιοῖχος, db και λοι ν αὐθεντεύσετε με τιμημένον τρόποV, ει δόξαν του παντάνακτος θεολτου παντεργάTOU. H κορυφη της εκκλησιὰς της Pώμης της γίας, ω πάπα ἁγιώτατε, της πίστεως ὁ στῖλος, φεγγος, φωστηρ των ριστιανῶν, καὶ κορυφ7της Γώμης, 540 ποῖσε να μονοιάσουσιν ιστιανοὶ του κόσμου, ὁλοι αὐθένταις της Φραγκιὰς ν κάμνουσιν ἀγάπην, ὁμόνοιαν ληθινθν, ς ὁ θεὸς το θέλει, καὶ, σηκώσουν τον σταυρὸν, σύ πρῶτος κ κεινοι, T εθνη ν εβγάλλετε απὸ τὰ γονικά σας, 646να τους ξολοθρεύσετε απὸ το πρόσωπόν σας,
189쪽
κιχρισμὸς ενι του θεοῖ παναγιώτατε πάπα, θέλεις νικησειν με τον θεὸν ἔλους τούς αντιδίκους.
Φρατ ροι, Ἀγκλέω εὐγενικοὶ, λὰτ εἰς την Pώμην, 550 και Βενετ άνοι φρόνιμοι εἰς βουλην καὶ εις εργον,
Πορτουγαλεγι, δράμετε, κι εσεῖς οἱ Φρύγκοι ὁλοι, Σπανία με την δύναμιν Η εχει καὶ βοηθειαν 555 παλιάνοι ἀνδρικώτατοι καὶ τ0 φρονησης πρωτοι,
συντόμως μοθυμαδὸν ἀμετε καταπάνωτουπούρκου μέγα μαχουμὲ καὶ του ασεβεστάτου, 560 που 'μπεν καὶ κεφάλωσεν 'ς των 'Pωμαίων την χωραν. μην σας δ', α ξεσπασθβ, να φοβηθy, να σκάσΠ,
να χάσ την ἀλωπεκην καὶ την ψηλοφροσύνην,
565 παρακαλῶ σας, βασιλεῖς, αὐθένταις καὶ ρηγάδες, καὶ τα κουμούνια Η Φραγκιὰς σοφοὶ καὶ διδασκάλοι, μη με κατηγορησετ ει τά γραφα καὶ εἶπα. περάσετε μ - ἄγνωστον ὁμάδι με τον νουν μου, καὶ φέξετε τον λογισμὸν μοὐ δε καὶ την γλῶσσαν,570 την ποιὰν δε ἐδυνθθηκα να την ἀποκρατήσω. ἀμμη ενθυμούμουν τίποτε μικρὸν δια να γράφω, κι ὁ λογισμὸς ανέβαζε να γράφω τετοιαι λεξεις, καὶ να μου λέγει γράφε τας δια να ταῖς ἀγροικησουν ὁλοι αὐθένταις τ0 Φραγκιὰς καὶ θέλουν συμπονέσειν. 575 καὶ δια τοὐτ εποικα καὶ εγραφα 24ιπεν. τοῖτο καὶ μόνον λέγω σας, πλέον να μη ἀργ0τε, τούς Γούρκους πολεμήσετε, τους Xριστιανούς ἀφῆτε οτι βαρέθην ὁ θεὸς των ριστιανῶν ταῖς μάχαις, εβρόμησαν εις τον θεὸν μάχαις τῶν ὁμοφύλων. 580 δει βλέπετε τούς ασεβεῖς το πῶς εὐ0μερ οσιν, οἱ ριστιανο με ριστιανούς πάντα να πολεμοῖσιν
190쪽
Ω Κωνσταντῖνε βασιλεῖ, τύχην κακην ὁπου χες. 686θεὸς να δώσ προθυμιὰν των αὐθεντῶν της ύσης,να πὰσι εἰς ἐκδίκησιν της ορθοδόξου πίστης. Βλαχία πολυθλιβη Σερβία πονεμένη, θυμεῖσθε ala αἰχμαλωσιαῖς Οὐγκρία λυπημένη,
των μαγκουριῶν τα δέματα θλιμμένοι, πονεμένοι. 690 πάλιν δε ενθυμίζω σας, αὐθένταις, μη σταθῆτε, τό χετε δια να ποίσετε, μηδὲν ο αμελεῖτε, τα θνη δια ab βγάλλετε με την καρδιά σας ὁλοι, με πόθον καὶ συγκρότησιν πάντες α συναχθῆτε,να 'βγάλλετε Ους ασεβεῖς απὸ τα, γονικά σας, 595να πάρετε τους τόπους σας καὶ να χαρηὶ η καρδι σας, καὶ μη συγκατεββ κανεὶς να του ζητησy ἀγάπην, τον Τουρκον τον ἄγριόσκαλον, τ ἀνήμερον θηρίον. καὶ θέλω να γινώσκετε, ὁτι με την ἀγάπην προύφισε τους Xριστιανούς ς δράκος πεινασμένος, εγίνηκεν Ἀντίχριστος, TO κόσμον σακτανίζει, τὸ γένος k'Pωμαικὸν καταδούλωσέν το,
καὶ προς τὰ μέρη της Φραγκιῆς, βλέπω ἀναχεντρίζει.
ω κορυφη της εκκλησιὰς παναγιώτατε πάπα, της πίστης τὸ στερέωμα, των ριστιανῶν δόξα, ' την αγιωσύνην σου κρεμὰτ ολ' Ἀριστιανοσυνη. να τούς φέρβς εἰς καλὸν ε την διατανοσύνην,
με τὸ γλυκύ με ὁμορφον με του θεοῖ τον φόβον, καὶ, σηκωσ9 τον σταυρὸν με ὀβον καὶ με τρομον, με τόλμην τον ἀγρι ὀπιστον να 'βγάλλετ ε τὸ σπητι, fl0 ε την Κωνσταντινούπολιν, την νέαν Ρώμ,ην λέγω. ἀπην η πόλις εχύθηκεν ὁ κόσμος G προσέχ9, καὶ λέγω, α προσέχετε, - δε βροντη τὰ νέφη.ῆ πόλις τον τὸ σπαθὶ η πολις τὸ κονταρι, η πόλις ητον τὸ κλειδὶ της 'Fωμανίας λης, 616 κ' κλείδονε, σφάλιζεν ὁ ν την Pωμανίαν, κιχλον τὸ Ἀρχιπέλαγος ἐσφικτοκλείδονέν o.