Scholia graeca in Euripidis tragoedias ex codicibus aucta et emendata edidit Guglielmus Dindorfius

발행: 1863년

분량: 549페이지

출처: archive.org

분류: 미분류

511쪽

καὶ τοῖς κυσὶ δαῖτα ἐσφαγμένην, φονίαν, ἀνημερον, καἰ ἐκβολην ρίψιν ὀρειν . υπενόει γαρ αὐτας ρῖψαι τοῖς κυσὶ μετα το σφάξαι

τους παῖδας αυτην φονικην και απάνθρωπον εὐασχὼν και ορει ν απο

βολην. I. 'Aλλως. ποῖ φέρομαι τα εμα τέκνα μεμονωμένα λιπων ταῖς Βάκχαις του AAου, πουν ταῖς μαινομέναις ἐπὶ φόνοις κώ 5υπουργία τοῖ Αιδου, ἔστε διαμοιρασαι, κω τοῖς κυσὶ δαῖτα σφακταν, ητοι εσφαγμένην, φονίαν, ἀκημερον, και ἐκβολο ορείαν. I. ἐπε δήπερ, ἡνίκα διεμερίσαντο αυτὰ, ἔμελλον ρίψειν τοῖς κυσὶ βρύματα, δια τουτο πρωτον εἶπε διαμοιρασαι, εἶτα ἐπάγει το σφακταν κυσί τε φονίαν, δεικνυς τον διαμερισμον οὐδὲν ἄλλο ἐσόμενον η τοῖς Io

εν ἔρει οντα ἄγρια θηρία ουτω διαμερίζειν, a αν των ζώων θηρώ

σωσιν. Iia. l.

Io 76. Βάκχαις : Βάκχαι γυναῖκες ησαν μετὰ μέθης ἐορτάζου

σαι την ἐορτην τοῖ Διονύσου' οτι δὲ μεθύουσαι ἐκεῖναι ἡτάκτουν Is και ἐμαίνοντο περὶ την ἐορτην, λέγει καὶ ταυτας Βάκχας. οτι δεουκ εἰς γέλωτα τα τουτων καὶ ἡδονην, λέγει του AAου, ταῖς μαινομέναις ἐπὶ φόνοις καὶ υπουργία του AAου. Gr. ταῖς τοῖ Διονύσου μαινομέναις. M. ταῖς μανικαῖς γυναιξί. H. 59. αἱ Βάκχαι τοῖΔιονύσου ἐνθουσιῶσαι περιεπάτουν ώς μαινόμεναι, κώ τον προστυ- 2 χόντα ἐκειναις εκράτουν καὶ ἐκόλαζον. ἴσως δὲ καὶ ηλευθεροῖτο. αἱ δὲ αἰχμαλωτAες γυναῖκες Βάκχαι εἰσὶ τοῖ Aβου θανατοῖντες εὐθύς.M. 59. Βάκχαις Αιδου ειπε δια τας Τρεάδας, δια το εἶναι αυτὰς ψογικὰς και α νεις. ησαν γαρ και ετ εραι Βάκχαι, ἀλλα αδιυσα επὶ καλω και επὶ τερψει των ανθρωπων. Καὶ ἄλλας. δια το εἶναι as

eepta lectio πιτὰ τὸ σφάξαι, pro quo K iiig. meta τοι σφάξαι. Se νυ ποῖ

φέρομαι - ορεία, in Gr. sunt nisi quod ibi v v. που, ταῖς μαιν. - υπο - γδ του Aaου ante haec πρῖωρ. scripta sunt. Ibidem in marg. Gu. scripta sunt quae aequuntur. ἐπι δη- περ κ. T. λ. sed pro διεμήρωα-ο ibi est διεμιδησαν, tum ἔμ. 49 a, Exeo ειπε post πρωτον et τε δε ἀν. re

512쪽

480 SCHOLIA

εισαγωγης 'Aβου παρὰ καιρόν. m. 33. ταις Τρωάσι. B. διαμοι- ρῶσαι : διασπαράξαι μαληδόν. B. M. T. 33. Gr. κατατεμ A. GRI 77. σφακτὰν κυσί . σφαγην κυσί. Fl. 25. ἐσφαγμένην. Gr. φονίαν : φονικ . Gr . εκ φόνου γεγονυῖαν. φόνευσιν. Gu.s IOZ8. ἀνηρορον . ἀνελεη. H. 33. ἀπάνθρωπον. M. H. Io. ἀγρίαν. Gr. οὐρώ- . εις ἄρειον. M. εκβολάν : ρῖψαι κυσὶ δαῖτα και όρει ν αποβολήν. M. IΟ79. Io 8 I. πα στω . ποῖ, φησὶ, πορευσομαι, ποῖ δε κάμψω, που δε στήσομαι, ἐπὶ ταμ v όρμησας την των τέκνων μοι κοίτην i o λέγει δε τον τόπον ἔνθα ἐσφαγμένα τα τούτου τέκνα κατέκειτο

ὀφείλαν ταλα φυλάξαι προς το μη υπὸ των Tρωάδων ριμναι κυσὶν, ως ναῖς το ἄρμενον συστρέφων καὶ συστελλων, δηλαδὴ τωνοφθαλμῶν στερηθείς' ἄπερ γάρ ἐστι τη νηὶ τὸ ἱστίον, τοῖτο τω σώματι ό οφθαλμός. A. B. I. 5 Io8o. λ νόκροκον : καθὰ ναῖς δια θαλασσίων σχοινίων λινόκροκον φαρος ἐκτώνων ἐπὶ τηβε την ὀλέθριον κοίτην πορευθεις φύλαξ των ἐμῶν τέκνων. Gr. I. ἡ σύνταξις' πα βω ἐσσυθεις καὶ ὁρμηθεὶς φύλαξ των ἐμῶν τέκνων ἐπὶ τηνδε την ὀλέθριον κοίτην στέλλων, καὶ

κινων ἐμαυτὸν, ὁπως καὶ ωσπερ στέλλει η ναῖς ἐν τοῖς ποντίοις πεί- sto σμασι καὶ σχοινίοις τὸ λινόκροκον φαρος, πτοι λαῖφος. Gu. l. τὸδε πα βω προς το ἐσσυθεὶς συναπτέον τὸ δε στέλλων μετὰ ταλαλέγει. οἱ δε λέγοντες λινόκροκον φαρος τον οφθαλμὸν, καὶ ου τὸ λαῖφος, ἄρ' ἔχει τίς αν ειπον ώς οὐ μάλιστα πάντων οἶδε ἀμα

as κάμψω: καθίσω. Gr. νεύσω, κλίνω. Gu. πλησιάσω. Fl. 33.

κλίνω τὸ γόνυ. H. 59.

e liII t. επι ταυτην δηλονότι την κοιτην. σομαι et .

κοδὸς του λαίφους ελκουσιν ἔξω. Post recte judicat Matth. Diqiligo 1 Corale

513쪽

I 8O. πείσμασι : τοῖς σχοινίοις τῆς νεως. B.M. λινόκροκον ζἀπὸ λίνου αρμενον. B. ώς ναῖς το ἄρμενον το λινοῖν στέλλων. M. το ἐκ λίνου. Gr. ἴφασμένον. το ἄρμνον' κρόκη γὰρ το ὐφάδιον. Gu. το ἀπὸ λίνου την κρόκην εχρον δηλονότι και τους στήμονας, ἡγουν το ἄρμενον. Fl. 6. 9. I7. a1 . 56. 59. 76. 53 O8 I. φαρος ζ υψασμα, ἡπο- τα αρμενον. Gr. ιμάτιον. Gu. στέλλων : εκοίμην ἐμαυτόν. Gr. κινων εμαυτόν. Gil. Ι 82. συθείς . πορευθείς. H. ορμηθεὶς ἔνθα κεῖταί μοι τα παιδια τεθνηκότα εἰς την θανάσιμον θήκην. M. φυλαξ '. ό νυν οφείλων φυλαξ εἶναι των τέκνων. M. Fl. IO. IoIO84. ολέθριον κοιταν ζ τον τόπον λέγει ἔνθα ἐσφαγμένα ἔκειντοτα τέκνα αυτου. Gr. ενθα κεῖταί μου τα παιδία τεθνηκότα. T. Io.ολέθριον κοίτην λέγει Ουχ ἔτι ην ό τόπος, εν A εκειτο τα αυτὸ τέκνα, ολέθριος ἄψυχ'ς γὰρ ην καὶ ουτε κακος ουτε καλος ην' αλλὰ διοτι φονευθέντα τα τέκνα εκειτο εν αυτω, δια τουτο τον τόπον 15ολέθριον καλει, ἀπὸ του των τέκνων πάθους την προσηγορίαν αυτωθείς. Gu. I. IO85.-IO87. ω τλῆμον, ως σοι ζ ω ἄθλιε, δυσβάστακτα σοι

λίαν πέπρακται καMά' καὶ σοι τω πράξαντι δηλονότι αἰσχρὰ, χαλεπὰ τα επιτίμια, ἡγουν τας τιμωρίας, εδωκεν ό θεὸς, ἄστις ἐστί σοι ἐπα- aoχθὴς καὶ κακωτικός. I. δύσφορα : δυσβάσταλτα. M. Gr. δυσφόρητα, βαρέα, δυσυπομόνητα, ἀνυπομόνητα εἰργάσατο ἡ Ἐκάβη. Gu. εἴργασται : πεποίηκεν. Gr. ἐπράχθησαν. Gu. πέπρακται. M. Io88. τἀπιτίμια: δειναἰ καὶ χαλεπαὶ αἱ τιμωρίαι. M. τα 25

19. και σοὶ ἰσχράJ Legendum videtur καὶ τψ πράξαντι, σοι δηλονότι, αισχρά. quod in Gu. supra verbum δράσωτι scriptiina est. In Gr. καὶ δράσαντι, σοι δηλονότι, αισχρά et mille

514쪽

τικὸν εις τον πόλεμον και ἐνθουσιαστικὸν, δεσποζόρονον και κρατούμενον υπὸ του 'Αρεος. a 'Aχαιοι, ιὼ 'Aγάμεμνον καὶ Mενέλαε, βοην φωνω. ελθετε, ἔλθετε ενεκα των θεῶν. ἀκούει τις, η ουδεις

κλύων βοηθησει ς τί βραδύνετε ς αἱ γυναῖκες εφθειράν με αἱ αιχμα-5 λίτιδες. χαλεπὰ ἐπάθομεν. οιμοι ἔνεκεν της ἐμης βλάβης. εις ποῖον μέρος πορευθῶ ς εἰς τον αιθέρα ἀναπτάμενος τον ἴφηλὸν ἀιξω, εις To εν υψει κει μενον οικημα, ε α ό υρίων η ό Σείριος ἀφίησιν

απὸ των οφθαλμων λαμπηδόνας πυρὸς φλογέας ς η ἀίξω ὁ τάλας εἰς

τον πορθμὸν τον ρολανοχρῶτα του Aιδου. I. . αἰ αἶ: προσφωνεῖ ὁ ΙΠολυμηστωρ τους Θρῆκας και τους Ελληνας εἰς βοήθειαν αυτου. H. 59. ἀκούσας του πρου των ἀνδρῶν ουτω φθεγγομένου προς αυτον προσκαλεῖται τους Θρῆκας ἔντας γενναίους, ώς αυτὸς λέγει. λογχοφόρους αυτοῖς ονομάσας 'Αρει τε κατόχους, δ ἐστι κατεχομένους υπὸ του πόθου του 'Aρεος, δ εστι του 15 πολέμου. H. 33. λογχοφόρον : εν δόρατι μαχόμενον ἔρνυται εἰς τον πόλεμον καὶ ἐνθουσιαστικόν. H. λ χας φέρον. Gu. δορυφόρον στρατόπεδον. Gu. δορυφόρον, πολεμικόν. m. 6. 9. I7. a I. 56. 59. 76. τοῖς συνελθοντας αυτω δορυφόρους ἐπικαλεiται, λογχηφόρους λέγει

ao τους δορατα πολεμικὰ καὶ λόγχας φέροντας, πουν τους στρατιωτας. M. m. 25. IO9O. κάτοχον : ορμητικὸν εις πόλεμον καὶ ἐνθουσιαστικὸν ἐν πολέμω. M. κατεχόμενον. m. 33. ἐνθουσιῶν ἐν τω Ἀρει. Gr. τω πολέμω. Gu.

etiam M. et qui ἐν Oinittunt Fl.

515쪽

οὐδεὶς ακουει, ἔστε καὶ βοηθησαι. Gli. αρκέσει ἰ επαρκέσει, βοη- σει. Gr. μέλλετε : βραδύνετε. Gu. IO98. ὐμοι '. λείπει το ἔνεκεν. B. A κεν της λίβης. M. λωβησεως και ἀπωλειὼς των οφθαλμῶν. M. ἔνεκεν της λωβησεως και ἀπωλώας των οφθαλμων. B. H. IO. 33. 5IO99. τράπωμαι : εις τον αἰθέρα τον ουράνιον, φησὶ, πετα-

σθεις ἀπέλθω εις το υψιπετὲς μέλαθρον, ἔνθα ό 'LVίων καὶ ὁ Σειριος αυγὰς φλογέας ἀφίησι του πυρὸς ἀπο των αὐτοῖ οφθαλμων, ηόρμησω ὁ τάλας εις τον πορθμὸν, πουν την διάβασιν την ἐπὶ τονυιδην ἄγουσαν. ταλα δὲ, φησὶν, α μονω. A. που ἔλθω. Gu. Ioεις ποιον μέρος ἶνα τράπωμαι. εις ποιον μέρος πορευθῶ. Gr. ατρωπος λέγεται κυρίως το παρὰ της όδοῖ ἐκφερόμενον. m. 25. II oo. αἰθέρ' ἀμπτάμενος ἀναπτάμνος, ἀναπετασθώς. M. απορω γὰρ τί ποιησω. προς εαυτον ἀναλογίζεται' ἄρα προς τον αἰθέρα πετάσας προς το ἱψηλότερον οἴκημα, ἔνθα ο 'caρίων, ος ἐστιν is εἶδος ἄστρου, η ὁ Σειλιος αυγάζουσιν, η προς ' Αιδην μελανοπωτα - σω, ο εστι τον σκοτασμάν. H. 33. αἰθέρα : εθος τοῖς δυσφοροῖσι ταῖτα λέγειν. H. 25. Gu. ἔν τισι το αἰθέρα περισσὸν καὶ ου φέρεται. T. 25. 33. ἀμπτάμενος:ἀναπετάσας. Gr. ἀναπετασθείς. Gu. aoIIo3. ' ψίων : 'L1ρίων καὶ κατὰ πλεονασμὸν του α's1αρίων. M. ἀποροῖσί τινες πως ἐνταῖθα ό Πολυμηστωρ 'Llρίωνος καὶ Σειρίου ἐμνησθη, καὶ μηδενὸς ἄλλου τῶν ἄστρων. καί φασι, λι τοῖ μὲν Υψίωνος ἐμνησθη ως κυνηγου, ἄτε καὶ αυτὸς τοῖς τοιούτοις χαί

ρων ως βασιλεῖς, φασὶ γὰρ οἱ ποιηταὶ περὶ τού 'LVίωνος ώς κυνη- 25γὸς ων υπὸ σκορπίου δηχθεις ἀνηρέθη, ἔτι 'Aρτέροδος ἐπεθύμησε

τοῖ δε Σειρίου ώς καυστικοῖ' διακαης γὰρ καὶ αυτὸς του πάθει, κώ δυσχεραίνων ἀπαραμύθητα καὶ ἀπολέσθαι ζητῶν. Gu. Ι. ' χρίων απὸ τοῖ ουρου γίνεται' λέγεται γὰρ ἔτι οἱ θεοὶ Ουρησαντες ἐπάνωθεν βοὸς δέρματος, ἐξέφυσεν αυτὸς, καἰ ώς απὸ τοῖ ουρου ἐκληθη ' Vίων' 3o διὸ καὶ ψιλοῖται ' Vίων. λέγεται τὸ παρὰ τοῖς κοινοῖς λεγόμενον

516쪽

SCHOIA A

ἀροτρίπουν, συγκείμενον απο ἄστρων ἐπτα. Σείριος δὲ λέγεται οκύων. I. Σείριος : ό μεν Ησ ς Σείριον του Ηλιον φησιν,οιτος ο ε Σείριον ονομάζει ακολουθως και ομοίως G ρω τον ὐπὸ τογένειον του κυνος αστέρα, ἔτερον ἄντα αστέρα. ολον-το ἄστρον κύων 5 λέγεται, ἄπερ εκ πολλων αστέρων σύγκειται. ό δε υπο το γένειον του κυνος αστηρ Σείριος λέγεται. A. H. Io. 33. επι τούτω δὲ, φησι Πολυμηστωρ, τον αστέρα ἀνέλθω ἀναπετασθεις η εις τον αιθέρα τοιαυτα δε οι δυσανασχετοῖντες και μη δυνάμενοι -ο εν θλίψεσι

φθέγγονται. σημείωσα δἰ ἔτι δοκεῖ ό Σείριος ουτος ἀστηρ λαμπρ

io τερον συνὼν τω κυνί. A. II 5. μελανόχρωτα ζ τον αόρατον πλοῖν. H. IO. σκοτεινόν. Gr. μελανοσώματον. Gu. πέραμα, πλουν, η τον αόρατον πλουν. M.

I I 6. πορθμόν . οι μέν φασιν ώς πορθμος κυρίως ἡ μέσον δυο

γαων θάλασσα, νυν δε καταπηστικῶς τον τόπον πορθμον καλει

is εγω δέ φημι διὰ την Ἀχερουσιάδα λίμνην τουτο λέγεσθαι. και μαρτυρει το προηγούμενον ώς ουδὲν ἄλλο δηλοῖ το ἐς Ἀιδα πορθμου αλλ' η τον πορθμον τον εις τον τόπου του Αιδου φέροντα. Gu. I. διαφέρει πορθμος και ἰσθμός. ἰσθμίος μἐν γάρ τόπος χέρσος μέσος δυο θαλασσων, πορθμος δε θάλασσα μέσον ξηρῶς γης. T. 33.2oόρμησω, πορευθω. Fl. 6. 9. 2I. 56. 59. IIo 7. σύγγνωσθ' οτανο συγγνώμης ἄξιον ἄταν τις πάθη κακὰ κρείττονα η φέρειν ἐλευθερωθηναι της ταλαίνης λης. Gu. ἄταντις, φησὶ, πάθη κακὰ μείζονα ὐπὸρ ο δύναται βαστάσαι, συγγνωστόν

517쪽

485εστιν αυτῶ το ἐαυτον ἀπαλλάξαι του civ. B.M. I. 'Aλλως. συγγνωστον εἰπεῖν εδει. ἐκφέρει δε πληθυντικως Ἀττικως. και τουτο των ευρησεις παρὰ πῆσι ποιηταῖς και λογοποιοῖς. ἡ δε σύνταξις οταν πάθη τις κακὰ κρείσσονα η φέρειν και 'υπομένειν, ταυτα συγγνωστα και συγγνωμης ἄξιόν ἐστιν, ἀπαλλάξαι ἔαυτον της ταλαίνης λης, 5 τουτέστιν, ὁ κακοῖς συνων αφορητοις συγγνωστέος εστὶν ἀποθανων. τουτο δε εἴνεν ὁ χορος δια τον Πολυμηστορα, στερηθέντα των τέκνων καὶ τυφλωθέντα, και τα μέγιστα δυσχεραίνοντα καὶ ἀπολεγόμενοντο ζην, ἐξ ἄν αυτος ἄνωθεν προ του χοροῖ εδήλωσεν, εις αἰθέρα ηεἰς Λίδην όρμησαι βουλιμενος. Gu. I. συγγνωστον πρῶγμα ὐπάρ- Ioχει, οταν τις ανθρωπος ἐξαπαλλάξοι καὶ ἐλευθερωθείη τα κακα πάθη της ταλαίνης λης τὰ κρειόσονα και τὰ επικρατέστερα υπάρχοντα, η καὶ παρο φέρειν καὶ ἱπομένειν αυτὰ, πουν κρειττον ἔνι, ἶνα ἀπο

θάνη τις παρο ῖνα φέρη καὶ ὐπομένη τὰ κακὰ πάθη, ἄπερ ουδεν

δυναται ἐκεινος και βαστάζει et κάλως. λέγει δε τουτο δια τον 1 - Πολυμηστορα, οτι κρειττον ἔνι ἶνα ἀποθάνη παντελως παρο ῖνα βαστάζη την τύφλωσιν καὶ την σφαγην των τέκνων αυτοῖ. H. 59. συγγνωμης ἐστιν ἄξιος ἀπαλλαγηναι της γης τον παθόντα δεινακρώττονα, ο ἐστι μει ζονα, παρὰ την οικείαν δύναμιν. τοῖτο δε ύρηκε δια την Ἐκάβην, ἐπει και κρειττον ῆν αυτη της γης ἀπαλλαγηναι et o παρο παθειν τοιαῖτα Οεινὰ και πέρα δεινων. Fl. I 3. εἰρωνευόμενος όχορος ταυτα φησι προς τον Πολυμηστορα. Gr. σύγγνωσθ' : συγγνωμης αιον. κουφίζεται γὰρ κατὰ τους ποιητὰς και το ον ως καὶ

I Io 8. ἐξαπαλλάξαι ἐνεργητικον αντι παθητικοῖ. B. ης'. a ςώς πνέω πνοη, ουτω καὶ ζέω γη χρεια του μέτρου. Fl. 2. 25. I IO9. κραυρος ἀκούσας ηλθον ζ κραυγης σου, φησὶν, ἀκούσας ό

'Aγαμέμνων προς τον Πολυμηστορα ηλθογ' ου γὰρ ηρέμα ἐβόησεν ἡ

Κing. in parili lirasi haec li albet.

nescio unde : σταν πάθη τις με μακακα παρο δυναται φερειν καὶ ὁπομεν ιν, συπινύμη: ἄξιόν ἐστιν ἐλευθερω ναι ἐκεῖνον τγης ταλαιπωρου ταυτης καἰ ἐπω

ζοιτες ειναι των πολεμίων.

518쪽

αντηχει ἡ πέτρα και οἱον ειπεῖν γε α τὴν ἡχω. και του Πολυμήστορος τοίνυν βοήσαντος εφώνησε και ἡχησε μεγάλως το ἔρος, καί

φησιν ο Ἀγαμήμνων, ουχ ἡσυχος ἡ ἡχω, ἡ θυγάτηρ τῆς πετρας,5 εβόησεν' εἰ δε μ Rειμεν ἔτι ἐπορθηθη ἡ 'Iλιος, εφοβήθημεν αν

νομίζοντες εφοδον των Τρω ων στρατων. Λ. ἀκούσας τῆς ΙΠολυμήστορος κραυγῆς ὀ 'Aγαμεμνων παραγίνεται προς τὴν σκηνην τῆς

Ἐκάβης, ἔνθα ό IIολυμήστωρ ἐτυφλώθη, λέγων ταλα' ἐγω τῆς

κραυγῆς -ουσας ῆλθον ενταχα ου γὰρ σιωπῶν εφωνησεν. m. 33. Io και ό Aγαμεμνων κας' ὐπίκρισιν τάλά φησιν. Gr.

ἡσύχως: ἡρεμα. Gu. ου γαρ ἡρεμ εχησεν ἡ θυγάτηρ τῆς

πετρας Ἐχω. B. M. II I o. πετρας ὀρείας παῖς : βοῆς γὰρ εν ἔρεσι γενομένης πληττόμεναι αἱ πέτραι ἀντη χοῖσc διὸ κω θυγατέρα πετρας καλεῖ τὴν is ἡχω. Gu. λέλακ': ἡχησεν. Gr. εφωνησεν. Gu. IIII . ἡχω ζ ἔχος ὁ κτυπος, ἡχω δε το α χημα το γινόμενον μετὰ τον ἡ χον εν θάλοις καὶ σφαιρικοῖς ἄλλοις ενδον και εν αἰγιαλοῖς, και εν ἔρεσι διὰ τὴν αυτὴν και μίαν αιτίαν, εμποδισμὸν δηλονότι τῆς πρόσω φορῆς τῆς φωνῆς και αναστροφὴν αυτῆς. Gr. διδοῖσα :eto παρεχουσα. Gr. ποιουσα, ἐμβάλλουσα. Gu. θάρυβον : ταραγμόν. Gr. ταραχὴν και εκπληξιν. Gu.

ει δε μὴ Φρυγων ει δε μὴ ἡδειμεν λι επορθήσαμεν τὴν Τροίαν,

εφοβήθημεν αν ου μικρως εφοδον νομίζοντες εἶναί τινα των πολεμίων. B. M. Gu. I. a 5 I II 3. φοβον παρέσχεν : εθορύβησεν αν. Gu. ου μέσως ουκολίγως. M. Θουν ουκ επιπολαίως, ἀλλ' εις βάθος. Gu. ου μετρίως, αλλὰ σφοδρα ου συμμέτρως. Gu. μασως: ολίγως.

III 4. ω φίλτατε ζ υποστροφὴ και επεμβολὴ το σχῆμα. B.I. s. ἱδ twJ εἰδη A. Correxi ex

Acmol. Gla. modo apposito et ex scholio B. M. ad v. I lia. ubi eadem fere leguntur.

veri a ποιοῖσα παραπην.

ib. ἔτι ἐπορθησαμεν l πορθηθεῖσαν Gu.

519쪽

ἀκουσας της φωνης σου. ω Ἀγάμεμνον, ησθάνθαμ, βλέπεις ἄτινα πανθάνομεν; I. σθόμην γάρ : επέγνων, φησὶν ο Πολυμηστωρ, Ἀγαμέμνονα απὸ της φωνης, ἐπεὶ και ὀ 'Aγαμέμνων πολλάκις et ης Τροίας πολεμούμε-

το δίκαιον - ρ της Ἐκάβης κρίνη. μη, γνωσθεὶς ὁτι προωμίλησεν αυτη, δόξη νη Ἐκάβη χαρίζεσθαι. B.M. I. εα: εξω του μέτρου

του στίχου ἐστιν, ως καὶ ἐν ἄλλοις ἔστιν ευρεῖν. m. 2I. III 6. ω δύστηνε : ω ἄθλιε ΙΠολυμήστωρ. τίς ἔφθειρέ σε; τίς i ἐποίησε το ἄμμα τυφλον, τὰς κόρας των οφθαλμων αιματηρὰς ποιημσας; καὶ τούσδε τους παῖδας τίς ἔκτεινεν : ἴντως μέγαν θυμονεκέκτητο επὶ σε καὶ τοῖς σους παῖδας, οστις ἄρα Απχω. I. τίς σ' ἀπωλεσε: πλάττεται ό Ἀγαμέμνων πινοεῖν το εἰς τον Πολυμηστορα συμβὰν, ἴνα κατὰ το δίκαιον υπὲρ της Ἐκάβης εἴπη ism φωραθεὶς ὀτι προωμίλησεν αὐτω, καὶ διὰ τουτο ἐρωτα τον Πολυμήστορα τίς σε ἀπωλεσε : A. III 7. αἱμάξας : αἱματωσας. Gu. κεντησας. Gr. Ἐκάβη με : ἡ Εκάβη συν ταῖς αιχμαλωτισι γυναιξὶν ἔφθειρεν. οὐκ ἀπώλεσε μικρως, ἀλλα μεγάλως, καὶ μεῖζον απωλειας. I. a I I 2 O. Ἐκάβη με συν γυναιξὶν αἰχμαλώτοις ἀπωλεσεν, ἀλλ' οὐκ ἀπωλεσεν, αλλὰ καί τι μεῖζον απωλείας εμὸ ἐπεπράχει ' εἰ γὰρ ἐφόνευσέ με, κρεῖττον ην' νυν δε τους παῖδας ἐφόνευσε κάμε ἐτυφλωσε, καὶ τουτο μεῖζον απωλείας. A. II 2 I. αλλὰ μειζόνως ζ τὸ γενέσθαι τυφλὸν του ἀπολέσθαι μεῖζον as λέγει' ειωθασι γὰρ οἱ ἄνθρωποι μείζονα τὰ παρόντα των μη παρον

των κακων ἡγεῖσθαι. Cant. Gr. ηγουν επέκεινα απωλειας εἰργά

σατό με διὰ τὸ ζην με τυφλόν. Gu.

II 22. τί φης'. τουτο προς τον Πολυμηστορα' κατ' ἐπίκρισιν δε τὸ σχημ' εἶτα προς την Ἐκάβην ἀποστρέφεται, καί φησι 3oσυ τόδε, ως λέγει, τὸ ἔργον ἐποίησας, συ την τόλμαν, ω τηνδε ἐτόλμησας την υπερβολικην ς I.

520쪽

88 SCHOLIA

II 23. τολμανοῦ φοβερὰν πραιν. Gr. θάρσος. Gu. ἔτλης et ἐποίησας. Gr. ετόλμησας. μετα καρτερίας ἔπραξας. Gu. δμηχανον. κακομηχανον η μεγίστην. Gr. ἀνεπιχείρητον. Gu. τοαδικον, προς ην ουκ εστι μηχανην και λύσιν εὐρεῖν. B.M. Fl. 5 IO. 33-I I 24. ωμοι ἰ φευ, τί πρῶνα λέγεις ς ἄρα πλησιον ἐστί που ἡ Ἐκάβη ς δηλωσιν και λέξιν που ἐστιν, ἴπως ὐπάσας αυτην διὰ των χειρων διασπαράξω και αἱματωσω το σωμα αυτης. I. II 25. σημηνον : ὀδηγησον. Gr. δηλωσον, δεῖξον. Gu. Io II 26. διασπάσωμαι : διαμερίσωμαι. Gr. διασπαραξω, διαμερίσω, διανηξω. Gu. καθαιμάξω: φονεύσω. Fl. 59.

φίλε. Fl. 59. Ἀττικον το ουτος, ω συ δηλονότι. M. Fl. I . a I. πάσχεις : ποιεῖς. Gr. παράφορα λέγεις. Gu. προς λων : ἴνεκεν IS των θεων σε παρακαλω, ἄφες με ἐπαγαγεῖν αυτη την μαινομένην χεῖρα. I. II 28. μέθες μ εφεῖναι : φαίνεται δει εκράτει αυτον χερσίν.Gr. μαργωσαν : μεμηνυῖαν. M. ἀστατοῖσαν, μαινομένην. Gu. II 29. ισχε : Grεχε σεαυτον, εκρίψας της καρδίας την βαρβα-ao ρότητα. I. το βάρβαρον : τ ν ἄλογον ψμην. B. το θυμικόν. M. πολλάκις αντι προσηγορικου ονίματος θηλυκοῖ μνογενους τίθεταιουδέτερον, οῖον το σοφον του δεῖνος ἀντι του ἡ σοφία, το αυτεξούσιον,

ηγουν ἡ αὐτεξουσιότης, το βάρβαρον ἀντι του ἡ βαρβαρότης. I. τοθυμῶδες. Gr. τὴν βαρβαρότητα, το ἄγριον, το θυμικον, το θρασῖ25 και μανικον, ο ἔχουσι βάρβαροι. Gu. II 3 o. λέγ ώς ἀκουσας : λέγε μοι, ινα ἀκούσας ἀμφοτέρων, σου και της Ἐκάβης, κρίνω δικαίως ἀντι τίνος ταῖτα πανθάνεις. I. εν μέρει ἀνὰ μέρος σου και ταύτης. B. II 3I. κρίνω : ο Ἀγαμέμνων οὐ κατ' ἀληθη φιλίαν τω IIολυμ- so στορι οιακείμενος οὐ μόνον ουκ ἀμύνει αὐτω φανεὶς, ἀλλα και επιτιμως δηθεν ἀτακτοῖντι, καὶ μετὰ την τοιαύτην συμφορὰν εξέτασιν και3. T. ἄδικον Om. B. 25. πανθάνειςJ Pro κάσχεις dictum 4. μηχανην καὶ J ἐκχανεῖν T. IO. 33. apud recentiores, ut in scholio v. I 3. Ἀττικον-δηλογέτιJ ἀττικῶς δ I ii . οἶτος. σι δῆλον M.

SEARCH

MENU NAVIGATION