장음표시 사용
261쪽
μητροή αιωρούμενος. A. κρεμάμενος. Gr. ἐν ἀέρι φερόμενος. m. a. 6. τρία γὰρ νυχθήμερα τανυν ἔχω ταλαιπωρουμενος. H. 33.
R. 33. 534. πάρα πάρεστι. ποιητικον δὲ το πάρα. Fl. ai. ἡ ἐμημήτηρ ἡ κακοτυχης εκ Tροίας πάρεστιν. m. 33. 35. 'Aχαιοί . οι Ελληνες. m. a I.
εχροντες . εμπαρασκεύους δηλονότι, κρατουντες. m. 2I. πουν οἰκοῖντες. Gr. ησυχοι '. ἡσύχως. Gr. οι δε πάντες 'Αχαιοὶ io ησυχοι μένουσιν εν ταῖς εαυτων ναυσί. Fl. 33. 36. θάσσουσ : κάθηνται εν τοῖς αἰγιαλοῖς ταυτης et ης Θρακικης γης. Fl. 33. προσμενουσι. Fl. 2I. καθεζονται. Fl. IO. ηγουν κάθηνται. Gr. 37. υπέρ : υπεράνω του τύμβου φαντασθείς. Fl. 2I. ἄνω του is τάφου αὐτοῖ. Gr. 38. κατέσχο εκράτησεν του προσμεῖναι ἄλον. Fl. 21. και στου Πηλεως παῖς Αχιλλεῖς εις τον εαυτου τάφον αναφανεις καὶεκράτησεν ἔλον τον Ελληνικον στρατόν. Fl. 33. Ελληνικόν : N. καὶ Ἀχα A. Λ.M. 2 39. εὐθύνοντας : ηγουν απευθύνοντας' προς το σημαινόμενον δεῖποδίδοται. B. I. ταχέως κινοῖντας. m. a I. διεξάγοντας. Fl. I . προς οἶκον διιθύνοντας εις την θαλασσiαν κωπην. Fl. 33 . πλάτηγοῦ την κωπην, ἀπο μέρους καὶ την ναῖν, καὶ ἀπο μιας τὰς πάσας παρέλαβεν. A.M. 2 O. αἰτεῖ: ζητεῖ του σφαγηναι. Fl. a I. και δι ονείρου αιτεῖ
την εμην αδελφην Πολυξένην σφαγιασθηναι, καὶ τον προσφιλέστατον αυτοῖ τάφον ραντισθηναι τae αιματι, ἶνα λάβη γέρας παρ' αυτων. Fl. 334 I. τυμβω φιλον προσφαγμα : υπο Νεοπτολέμου φασιν αὐτην 3ci σφαγιασθηναι Κυριπιδης και 'Iβυκος. ό δε τοῦ Κυπριακὰ ποιησας φησιν υπο Uδυσσεως και Διομηδους εν τη της πίλεως άλωσει τραυ-I5. -υJ V. hcholion A. in Praes. 32. τραυματισθῶσαν ἀπολέσει. J
262쪽
του Πολυξένης γάμου ἀναιρεθηναι εν τω του Θυμβραίου Ἀπόλλωνος ἄλσει. M. 5 φίλον : ηγαπημένον. Fl. I7. προσφιλές. Gr. πρόσφαγμα .θῖμα. H. a. ηγο- σφάγιον. Gr. γέρας . τιμ ' Fl. I7. 2I. 59. Gr. 42. τευξεται ἐπιτυχη. Gr. λάβη, ἐπιτυχη. Fl. a I. 59. επιτύχοι. 56. και τεύξεται δηλον τύχη της τιμης παρὰ των ιδίων io φίλων' και ἔσται παρα των ἀνδρῶν τετιμημένος. Fl. 33. ἀδωρητος ἄνευ δώρων. FI. al. χωρις δώρων. Fl. 33. πιο αγέραστος. Gr. φίλων . 'Λγαμέμνονος και 11 ε λαου. Fl. a I. 3. πεπρωμένη : ἡ τύχη. m. a. 17. 21. ἡ μοῖρα. Gr. ἄγει :ἐλαύνει. Gr. i5 44. θανεῖν : ἀποθανεῖν την Πολυξένην. m. I7. a I. και ἡ ἐμη ἀδελφη τηδε τη ημέρα θανεῖ a. Fl. 33. τη' εμο τηο ημερα : N. ταο εμο εν ηματι. M. 45. δυοῖν : τους δύο νεκρους των παίδων. M. και ἡ ἐμη μητηρΕκάβη δύω νεκρὰ σωματα των δύο παίδων αυτης κατόψετα, ε μου ao του Πολύδωρου, καὶ της ἰμης πολυστενάκτου ἀδελφης Πολυξένης. m. 33. δυοῖν ἐπι γενικης καὶ δοτικης, δυεῖν δἰ ἐπι γενικης. Vitel .
46. κόρης : της θυγατρος. Fl. 36. 59. 76.47. φανησομαι : το ἐζης, φανησομαι γὰρ δούληe ποδων πάροι- 25 θεν, ἄπως αν τάφου τύχω. M. ὀφθησομαι, εἴρεθήσομαι, 'γα τύμβου ἐγὼ ο ἄθλιος ἐπιτύχω. m. ar. ἐπιφανήσομαι, ώς ἐκ τάψου ἐρχόμενος ό πολλῶ υπομείνας, ἶνα τύχω δηλδνότι ταφης. H. 33.ώς τάφου : ἴνα ἐνταφιασμοῖ. Gr.
43. εν κλυδωνίω ζ εν αἰγιαλω μελλουσης υδωρ αποφέρειν εις τα3o λουτρὰ της Πολυξένης. M. κλυδώνιον τον αιγιαλον λέγει' εν τούτω
γὰρ την ταραχην ἐξερεύγεται ἡ θάλασσα. B. κλυδώνιον τὸ κυμα της θαλάσσης, ὁ παρὰ τα αιγιαλω ευδίας ουσης ἐπικλύζεται. B Gu. I.
263쪽
λασσίου. m. a I. ἔμπροσθεν των ποδῶν τῆς ἐμῆς μητρὸς, της δούλης γενησομένης G τῶ κλυδωνίω, δῆλον ἐπι τη άλώσει της Τροιας.
FI. 33 49. κάτω: εις τον Αιδην. Ι . 59. σθένοντας ζ βασιλευοντας. Πλούτωνα και IΠερσεφόνην. M. τους δυναμένους κάτω, ἡγουν τους Sκαταχθονίους εξ τησα θεούς. Fl. al. ἐγὼ τοίνυν ο Πολυδωρος τους κάτω βασιλεύοντας, πουν Πλούτωνα και Περσεφόνην, αἰτήσας τάφου ἐπιτυχεῖν καὶ εἰς τας χειρας της μητρὸς πεσεῖν. Fl. 33. ἐξητησάμην : καθικέτευσα. Gr.5 . κυρῆσαι et τυχεῖν. Gr. πεσεῖν : εἴρεθηναι. Fl. a I. Io5 I. του γ'. το ταφῆς ἀξιωθῆναι παρὰ της μητρός. M. βούλημα. Gr. το εμὸν, ηγουν το τυχεῖν τάφου. m. a I. θέλημα. U. 59. κἀγω όσον ἡθελον ευρεῖν, εἴληφα. Fl. 33. τυχεῖν : τάφου τυχεῖν. M. το τυχεῖν ἀει γροικη συντάσσεται. ἰνταῖθα δε το ὁσον οὐ προς το τυχεῖν λέγεται, ἀλλα προς το προη- 15γησάμενον το ἐμόν. B. Gu. I. 52. γεραια . το γεραια οὐ προς το ἐκποδών εστιν, ως οἴονταί τινες, ἀντίπτωσιν ποιουντες, ἐπειδὴ το ἐκποδων γενικῆ συντάσσεται
ἀλλα προς το χωρήσομαι. ἄσπερ γὰρ φαμὸν, ἀφαιρω σοι χρηματα,
οὐ προς το χρηματα συντάσσοντες το σοι, ως τινες των αμαθων Οἴον- ac
ται, ἀλλα προς το ἀφαιρω,-την γὰρ ἀφαίρεσιν σοι ποιῶ -ουτωκαι το χωρήσομαι τῆ Tκάβη ἐκποδών ἀντὶ του την ορμὴν τῆς ἀποστασίας ποιω. περα δε υπὸ την σκηκην του 'Aγαμέμνονος, L αυτόθι τῆ Κασάνδρα ἐντύχη, ῆτις μαντεύσεται αντῆ περι τουδε του φαντάσματος. B. I. 25εκποδων et ἐπίρρημα τοπικόν' μακρὰν δηλονότι. Fq. ai. τῆ δεγεραια μητρὶ ἐκποδων διαχωρισθήσομαι. En. 33. χωρήσομαι:ἀναχωρήσω, ἀπέλθω. Fl. II. 56. 76. ἀντὶ του υποχωρήσω. Gr. 53. περα et ψα γὰρ Ἐκάβην προῖοῖσαν εκ της σκηκῆς τοῖ 'Aγα
μέμνονος καί φησι, μη βουλομαι φανῆναι αυτῆ, ῖνα μὴ ἐκφοβηθῆ το 3o
εἴδωλον ψωσα τοῖ παιδὸς τοὐ δοκοῖντος σωζεσθαι. M. περα γὰρῆν υπὸ σκηνῆς πίδα Ἀγαμέμνονος '. εἰ κατὰ τον Εὐριπίδην ἴδιαι γυναικων αιχμαλωτων στέγαι ὁσαν, πῶς ἐκ τῆς σκηνῆς 'Aγαμέμνονος
264쪽
εξ ει ἡ Ἐκάβη, πως δε και ἐκείνας εξιοῖσα εξ .. το λόγον πού ποτε Κασάνδραν ἐσι δω, Τρwαδεe,V της Κασάνδρας τω Ἀγαμέμνονι συνοι - κούσης; νοητέον δε τλγἘκάβην του φάσματι ταραχθεῖσαν προελθεῖν εxτης σκηκῆς των αἰχμαλωτίδων, εισελθεῖν δε εἰς την σκηνὴν Ἀγαμέμ-5 γονος εις ζήτησιν τῆς Κασάνδρας, ινα αὐτῆ κρίνη τον ἴνειρον, και μὴ ευροῖσαν αυτ ν διὰ το ἴσως την κόρην μετὰ την κοιτην του Ἀγαμέμνονος καθαρμοῖ χάριν ἔωθεν εις την θάλασσαν ἀπολυμηναμένην πάλax
ἐξελθεῖν την Ἐκάβην τῆς βασιλικῆς σκηνῆς' εν Aὼν ὁ Πολυδωρος ἔφη περα γὰρ ηδ' ἴπο σκηνῆς πόδα 'Aγαμέμνονος ' A. M.
io περα . εκβαίνει ἡ Ἐκάβη. Fl. 2I. συνεκδοχή ἐστι περα τον πόδα. m. a I. ἀπέρχεται γὰρ και αυτη και τον πίδα κινει προς την τού 'Aγαμέμνονος σκηνήν. H. 33.
54. φάντασμα : τον ἔνειρον. ἐμόν . ἡγουν όπερ εἶδε περὶ ἐμοῖ. Gr. δειμαίνουσ : φοβουμένη την ἐμὴν φαντασίαν. και γὰρ κατ' 1 5οναρ ἰκεινβ ωφθη. Fl. 21. το εμον φάντασμα φοβοῖσα, δειλώωσα. U. 33 55. φεῖ: θαυμαστικόν. H. I7. βαβα ι, ω μῆτερ, ἡ μῖγε, ω μῆτερ, ἐκ των βασι λώκων οἴκων. Fl. 33. ῆτις'. σὐ ουσα. Fl. 2I. ἐκ τυραννικων δόμων : εγιυν μετὰ βασιλ κοῖς οἴκους. Gr.eto 56. δούλειον : δουλaκὴν ἡμέραν ἔγνως. FI. a I. δουλοσύνης ἡ μέ-
ραν ὐπέστης καὶ κακως πράττεις. R. 33. ως : λίαν δυστυχήσεις. Fl. 2I. λιαν εν δυστυχια ἐξετάζη. M. πράσσεις ζ διάκεισαι. πράσσεις κακως et ἀντι τοῖ δυστυχεῖς. H. Fl. 56. 59. 76. Gr.
II. οσονπερ . ογον, οποσον ευ ποτε προτερον επραττες, νυν
a5 κακως πράσσεις. m. a I. αντισηκωσας : ἀντισταθμήσας. Gr. ἀνακουφισας σέ τις θεων.
Fl. 2I. ἀναμετρήσας. Fl. a. 6. ἄσιν ποτὲ εἶ καὶ καλως εἶχες, νῖν δε δυστυχίαν ὐπομένεις. τίς ἐκ των θεων τῆς προτέρας εμ νευπραξιας διέφθειρε καὶ ἡ φάνισεν. Fl. 33.3o 58. φθείρει. ηγουν εβλαψεν, ἔσφαλεν. Gr. φθείρειν το ἀφανίζειν καὶ το βλάπτειν' καθο λέγεται ἐφθάρθαι τὰ δι αστήρια. B.
265쪽
Gu. I. ἔβλαψεν. H. 17. 34. 56. 59. 76. εὐπραβίας : ευπραγίας. Fl. 56. 59. 76. Gr. ευτυχίας. Gr. 59-IOO. IJαλάφρασις. ω παῖδες, ω δοῖλαι, αγετε τὴν γραι' ἐμε δηλονότι, προ των δίμων, ητοι ἔξω των οἴκων ἄγετε, ω I -δες, ορθοῖσαι, ἀντὶ του ἀνορθοῖσαι και ἀναβαστάζουσαι, τηρ ὀμόδουλον 5ὐμῖν νυν, προσθεν δε και πρότερον ἄνασσαν. λάβετε, ως γραυν θηλονότι, φέρετε, ως ἄψυχον τρόπον τινὰ, πέμπετε, αντι του παραπέμπετε, ως ἄνασσαν δηλονότι, ἀείρετε, ἀντι του αἴρετε και ανακουφιζετε, το δέμας ἐμοῖ, προσλαζύμεναι, ητοι λαμβανόμεναι και ἐχόμεναι, της γεραιῆς χειρος, εμου δηλονότι. και ἐγω ἐρειδομένη και στηριζομένη io δια της χειρος σκίμπωνι σκολιω, ητοι ράβδω ἐπικαμπεῖ και βακτηρία
ἐπερειστικῆ, σπευσω, προτιθεῖσα και ποιουσα ηλυσιν και πορείαν των ἄρθρων, και των αρμονιων, ητοι των ποδων, βραδύπουν και ἀργήν. ω
στεροπὰ και αστραπη Διὸς, ἀντι του ῶ ημέρα, ω νῖξ σκοτία και σκοτει , τί ποτε, ἀντι του διὰ τί ἄρα, αἴρομαι και μετεωρίζομαι is ἔννυχος και νυκτερινη εν δείμασι, και ἐν φόβοις, ἐν φάσμασι, και
φαντάσμασιν. ω χθων πότνια και σεβασμία, μῆτερ των ονείρων των μελανοπτερύγων και αφανων, ἀποπεμπομαι και ἀποδιωκω την νυκτερινην οψιν λέγει δε το οναρ,) ην εἶδον διὰ των ονείρων περι του παιδὸς, ηγουν ενεκα του παιδος, του φυλαττομένου κατὰ την Θράκην, λψκαι περι της Πολυξένης, της προσφιλους θυγατρός. εἶδον γὰρ Μινφοβεραν, ητοι φόβου ποιητικην, εμαθον, ἐδάην, ακριβως ἔγνων. ωθεοι χθόνιοι, ἀντι του καταχθονιοι η ε ωριοι, σωσατε τον ἐμον παῖδα, ηγουν τον Πολιδωρον, ἔς ἄγκυρά τε ων μόνος, ητοι στήριγμα, α ιφύλαξ των εμων οικων, κατοικει την δυσχείμερον Θράκην, ἐν επι - Sρήσεσι του φίλου τοὐ πατρωου και πατρικοῖ, ἡτοι του Πολυμήστορος.
ἔσται και γενήσεται τι παράδοξον, ἡμῖν δηλονότι. ῆξει τι μέλος γοερον, και θρηνωδες, ταῖς γοεραῖς, ἡμῖν δηλονότι. οἴποτε, ἀντὶ γοῖουδέποτε, ἡ ἐμὴ γνωσις ουτως, υπῆρξε δηλονότι, ἄφυκτος φρίσσει, ταρβεῖ ποῖ ἄρα θεάσομαι, ω Τρωαδες, την θειαν ψυχὴν τοῖ Ἐλένου, 3 περιφραστικῶς ἀντι τοῖ τον Ἐλεγον, ἡ τῆς Κασάνδρας, ἴνα διακρίνωσιν ἐμοι τους ονείρους; εἶδον γὰρ ἔλαφον κατάστικτον, και ταχεῖαν, σφαζομένην εν ἴναι λύκου αἱματηρῆ, ἀποσπασθεῖσαν των ε ν γονάτων, ἀφαιρεθεῖσαν συν ἀνάγκη καὶ βία οἰκτρως, και ἐλεεινως. καὶ
3. ἁρμονιων Matth. αρμονικων I. Cons. P 236, I a.
266쪽
τόδε, καὶ τοῖτο, λέγω το φάντασμα του Ἀχιλλέως, υπὲρ τῆς ἄκρας κορυφῆς του τύμβου, δεῖμα και φόβος ἐλθεν εμοί. I. 59. εγερθεῖσα ἡ Ἐκάβη τεταραγμένη απὸ του ονείρου ταλάφησιν. Gu. προῖοῖσα ἡ Ἐκάβη απὸ τῆς σκηνῆς Ἀγαμέμνονος 5 ταὐτά φησι χειραγωγουμενη υπὸ των Tρωάδων διὰ τὸ ἀδυνάτως βαδίζειν υπό τε τῆς δυστυχίας καταπονηθεῖσα καὶ του γηρως. A. M. H. 33. ἄγετε ζ επιρρηματικῶς, κομίσατε. FI. a I. φέρετε. Fl. 56. εκβάλλετε. m. 59. παῖδες : παιδίσκαι. Fl. 56. γραῖν : ν ασθενῆ. Fl. 56. πρὸ δόμων ζ ἡγουν ἔξω των σκηνων. Fl. 2I.i o ἡγουν εξω του δόμου τού εμοὐ και ἔμπροσθεν των δόμων τοῖ 'Aγαμέμνονος. Fl. 59 6O. ὀρθοῖσαι . -οῖσαι, υπερείδουσαι. Fl. 2I. ἡγουν ἐπὶ των ποδων ἱστῶσαι. Fl. 17. κουφίζουσαι. Fl. 59. ἀντὶ τοῖ ἀνορθοῖ-
is ὁμόδουλον : την μεθ' ίμων δοῖλον ουσαν. Fl. 2I. νυν υποστηρι- σθε την όμόδουλον Φῖν, την ἔμπροσθεν δε βασίλισσαν. Fl. 33. εμὸ δηλονότι, την ποτὲ μὲν δέσποιναν ουσαν, νυν δε δια την αιν - λωσίαν bίδουλον inis. λέγει γὰρ ταὐτα προς τὰς απὸ τῆς Τροίας
αιχμαλωτους γυναῖκας. Gr. ao 61. Τρωάδες : παῖδες εκ τῆς Τροίας. Fl. 2I. ω γυναικες. Fl. 56. πρόσθε : πρότερον δε ουσαν ἄνασσαν Φῖν, ἡγουν βασίλι σαν. m. 2I. και πρότερον δέσποιναν. Fl. I7. πρότερον ουσαν δέσποιναν Ῥαν. Fl. 59.62. λάβετε ζ κρατήσατε με. Fl. 56. 59. Gr. φέρετε: βα-z5 στάζετε. Fl. 56. 59. Gr. πέμπετ': Θουν αποπέμπετε, ἔξω φέρετε. Fl. 23. όδοποιήσατε. Fl. 6. ο γειτε. Fl. 59. μειρατε :ἡγουν αἴρετε, υψωσατε, ἀναβαστάζετε. Fl. 6. 59. ἀείρετέ μου:λείπει τὸ σω , επαίρετε μου τὸ σωρο τῆς χειρος λαβομεναι. Aλλως. ἄγετέ μου τὸ σωμα τῆς χειρὸς λαβόμεναι, καὶ ἐγω τω30 βάκτρω διὰ τῆς χειρὸς ἐπαιρομένη τω ουκ ορθω, αλλ' ἐπικαμπεῖ
πορεύσομαι. A. πέμπετ', ἀείρετε: ανακουφίσατε. λείπει τὸ σωμα. a. ηλθ.ν ἐμοd His addidit Κing.: 4. Ἀγαμέμνονος om. R. 33. Idem
267쪽
ar. δέμας : σωμα. Fl. I 7. 59. επιλάβετε καὶ ἐπάρατε, κουφLσατέ μου της αδυναμίας. Fl. 33. τὸ σωμα επαιρόμενον, To σωματης χειρος λαβομεναι. M. 64. γεραιῆς χειρός : πουν δια της χειρος εμου της γεραιας λαμβανόμειναι, ἐχόμειναι, άπτόμεναι. Fl. 6. a I. Gr. την χεῖρα sεμην την γεραιάν. Fl. I7. χείρ, χειρος η χερὸς Αἰολικως. Gu. προσλαζύμεναιο εστι και λάζυμαι και λάζομαι, το λαμβάνω, το
το λαμβάνω και το υβρίζω. καὶ το μεν λαμβάνω γίνετα απο τουελω το λαμβάνω, και του ἄγω ἄξω, ὁ δηλοῖ το φέρω, και τροπη τοῖ i o διπλου εἰς διπλοῖν, ε λάζω καὶ λάγ. το δε υβρίζω ἀπὸ του επιτατικοῖ μορίου καὶ του ξέω' ἔστι δε Αἰολικόν. ἀπὸ γουν του λάζομαι παθητικον, του δηλοῖντος το λαμβάνω, γίνεται το λαγιατο παρὰ τω ποιητη, οἷον Ροδὰξ λαζοιατο γαῖαν, ' καὶ δηλον ἐντεῖθεν ἔτι διφορεῖται κατὰ την σύνταξιν. I. ἱψουμεναι. Fl. a I. προσλαβόμεναι, Aιο- I5λικως ετρεψε το β ει το δε ο εἰς υ. Fl. 25. 6. M , ό μέλλων ληψω, καὶ εξ αυτοῖ ἄλλο ρημα λαβάζω, και κατὰ συγκοπην λάζω, λάζω, το λαμβάνω. Fl. 6. 25.64. σκίπωνι : τω κέντρου διὰ της χειρος επωρομένη καὶ επερειδομένη. Καὶ ἄλλως. τα οὐκ ορθω βάκτρου, ἀλλ' επικαμπεῖ, ῶς διὰ eto
πτωχείαν καὶ τούτου αυτης ἀπορούσης. A.M.
σκολιω σκίμπωνι: λοξω ράβδω. Fl. 34. 56. 59. 76. Gr. evκαμπτω ράβδου. Fl. 2I. ἐπερειστικη βακτηρία. Gr. σκίπων λέγεται ἡ ράβδος. ἐτυμολογεῖται ἀπό του σκιὰν ποιεῖν, η ἀπὸ του σκεδαννύειν τὰ βλάπτοντα. δἱ αυτης γὰρ σκεδάννυμεν τὰ καθ' as
μων διά τινα βλάβην ἐπερχόμενα. Fl. 6. 25. και ἐγὼ ἐπικαμπεῖ βακτηρία δια χειρος λαβοῖσα. Fl. 33. 65. διερειδομένα : ἡ διά προς το χειρός. ἐπιστηριζομένη, διερει-
268쪽
δομένη, στηριζομένη, διαναπαυομένη. M. αναπαυομένη. Fl. 21. γουν διὰ της χειρος στηριζομένη. Gr. βραδύπουν ηλυσιν ἄρθρων : την βραδειαν ἔλευσιν και πορειαν των ἄρθρων προσταθεισα τω σκίπωνι. M. βραδύπους, ὁ βραδυς s τους πόδας. ἐντάῖθα δε την κίνησιν λέγει βραδύπουν, τον ποδατι θεις αντι της πορείας. B. Gu. I. βραδύπουν . αργην δια ταγηρας. Bar. 74. βραδεῖαν, την βραδυκίνητον. Fl. 39 . στηρι - μένη σπουδάσω την βραδεῖαν ἔλει/σιν ενδυναμοῖσα. Fl. 33.
67. ηλυσιν . πορείαν. ειώθασιν οι ποιηται μετατιθέναι τούς χρο-io νους το γὰρ ολουμένην οὐλομένην λέγουσιν, οἴτω και την ἔλει σινηλυσιν. I. ηλυσιν '. πάρευσιν. m. 59. σπεύσω την κίνησιν Vuβραδύπουν δια των εμων ποδων αρμονιων. Fl. 2I. προτιθεῖσα :ἐμαυτο και διερειδομένη. Fl. a I. προβιβάζουσα. Fl. 6. 59. και πορείαν των ἐμῶν μελων προσθήσω δια την συμφοράν. Fl. 33. 1 5 68. τὸ ω στεροπη Διος αντι του ω ἡμέρα, ἡ δίκην αστραπης λάμπουσα' η ἐπειδὴ προς την τοιαύτην λιν εδυσχέραινε, ποιει τον
λόγον προς την αστραπην τοῖ Διος, ινα ἀποτρέψη αυτην και ἀφανί . B. I. ω στεροπά : ἡγουν ω ονειρον. Fl. 59. αυτὸν τον Δία ἐπικαλεῖται. A. M. M. 22. Gr. στεροπην ἐνταὐθα τον ονειρον κατὰ et o rhν αστραπην ... ταχέως ἀφανίζεται, η δια το καταπληκτικον, ἔσπερ
σκοτία : μέλαινα. Fl. 2I. ω αστραπη του Διος, ω σεβασμία νύξ' και Ουrως' ω σελήνη, ἡ δίκην αστραπης καταυγάζουσα τον νυκτερινον καιρόν. Fl. 33. 25 69. τι ποτ : τίνος ἔνεκεν, πως. Fl. I7. a I. αιρομαι'. μετεωρίζομαι. M. αντι του ἐπαίρομαι και μετεωρίζομοι και ωσπερ αν
στατος ειμι. ἔννυχος δ' ειπε προς τὸ αἴρομαι, δέον ἐννύχως ειπει v. B. I. αἰωροῖμαι, ἐπαίρομαι. Fl. 6. ἐκφοβοῖμαι. Fl. 59. φαν-
, m. Accusativum οὐλομένην Posuit grana nanticus respiciens ad iliadis
269쪽
τάζομαι, μετεωρίζομαι απο του καθεστηκότος. Id. δια τι ποτε
φαντάζομαι ἐν τη νυκτι ὸ υτως. R. 33.7O. δείμασι, φάσμασιν : ἡτοι αντι τοῖ δεινοῖς φάσμασιν η δει- μασι φασμάτων. ὁ δὲ νοῖς, τι μετεωρίζομαι εν τουτοις τοῖς φάσμασι. A.M. φόβοις φασμάτων' η δοτικὴ ἀντὶ γενικῆς. Fl. 6. 17. 356.59. 76. εν δειμασι φαντασμάτων εχρῆν εἰπειν, ἀλλ' ομως ἀντὶ γενικης ἡ δοτικη φέρεται. m. a I. το δειμασι φαντάσμασιν, η ἐν φαντάσμασι και ὀνείροις, δείματι και δειματοποιοῖς, οῦ σπερ καισχέτλώος ό σχετλιοποιος, συντακτέον, η και ουτως, ἡγουν ἐν δείμασι καὶ φοβήμασι, καὶ ἐν φαντάσμασιν. m. 59. φοβερισμοῖς, φα- io τασίαις. m. 33. φοβήμασι, ἐνυπνίοις. Gr.ὼ πότνια χθών '. N. νυξ. M. δ σεβασμια γη. A. Fl. I7. 2I. 33. 59. Gr. η ουτως' ὐ μητρικὴ γη, τί δη μοι ἄδε τα σκοτεινὰ ἴνειρα και δι ἄλης νυκτος ἀποπλανῶμαι δια τὴν των ονείρων θεωρίαν.
7I . μελανοπτερύγων : ἐπειδὴ ἐν νυκτι προσπελάζουσι. και Ἐσίοδος περι της νυκrος λεγων επιφέρει ἔτικτε δὲ φῖλον ονείρων.Vοι δε γράφουσι Ῥύν' ουτως εἶπεν, ἐπειδὴ ἐκ της γης λέγονται ἀναπέμπεσθαι οι ἔνειροι. M. 'Aλλως. v γην εἶπεν, ἐπειδὴ εξ Αιδου λέγονται οἱ ἔγειροι ἀναπέμπεσθαι. Mσίοδος δε Νυκτος τους ονείρους Io φησίν. A. M. μελανοπτερύγων : δια τουτο την χθονα μητέρα των ονείρων φασὶν
η διοτι τα βρώματα ἐξ αυτης ἐστι, δἱ ῶν οἱ ἔγειροι, η διότι ἐξ αυτης
ἡ νυξ εἰναι δοκεῖ, ὐπὸ γην ἔντος του ἡλιου. μελανοπτέρυγα δε Ταονείρατα λέγεται ἡ ως ἐν τη νυκτὶ γινόμενα καὶ ταχέως εις λήθην asοντα, ἡ δει σκοτεινον ἔχει τον κατ' αυτὰ νουν, καὶ ουδεις δύναταιαυτὶ διακρῖναι. B. μητέρα των ονείρων εἶπε την γην, ἡ ἔτι εξἀντιφράξεως της σκιὰς αυτῆς ἡ νυξ γίνεται, καθ' εν καθεύδοντες οι ἄνθρωποι τους ονείρους βλέπουσιν, ἡ καθ' ετέρους, ἔτι ἐκ μεν της γης αι τροφαὶ, ἐκ δε των τροφῶν οἱ υπνοι, ἐκ δἰ των υπνων οἱ ἄνειροι ' τῆς so
270쪽
γης ἄρα οἱ ἔγειροι. μελανοπτέρυγας δε τους ονείρους εἶπεν, οτι εν τω σκότει δοκοῖσιν ιπτασθω ' ἄστατοι γάρ εισι. B. Gia. I. μελανοπτερύγων ζ διὰ το την νύκτα ἔρχεσθαι μέλανοι καλοῖνται. Fl. II. τῶν μελαίνας πτέρυγας ἐχόντων. Fl. I7. μελάνων,5 ἀφανων και σκοτεινων. Fl. 59. πτέρυγας τιθέασιν οι 'Eram ες πῶσι τοῖς σίντονον ἔχ'υσι κίνησιν. Gr. ματερ: αιτία. Fl. I 7. δημιουργη. Fl. 6. 7 2. ἀποπέμπομαι : απ' ἐμαυτῆς εκβάλλομαι την νυκτερικον θέαν, το φάντασμα. Ἀλλως. αποτροπιάζομαι την νυκτερινην φαν-I O τασίαν και την θέαν του ονείρου ηντινα ε ον περὶ του εμοῖ παιδος Πολυδωρου τοῖ σωζομένου κατὰ Θρηκην καὶ της Πολυξένης. το δεε Πον λείπει. Α.M. νυκτερινην ἴψιν. αντι του, εἴθε πόρρω απ' εμοῖ
γένηται ἡ ἴψις αυτη. A. ἀποδιωκω, μισω. A. ηγο- αποτροπι ζομαι. Fl. 6. 37. 34. 56. 76. 59. Gr. ηγο- όρω καὶ κεῖμαι εις IS νυκτερινον φάντασμα. Fl. 2I. οψιν: θέαν. Fl. I7. ἔνειρον. Fl. 59. 74. τοῖ σωζομένου : ουκ εἶπε τοῖ ἔντος, ἀλλα τοῖ σωζομένου ' ογὰρ ἡβούλετο, το σωζεσθαι τον παῖδα δηλονότι, τοῖτο και λέγει. B. Gr. I. πουν τοῖ τρεφομένου. m. 2I. κατὰ Θρηκην : τοῖτο ωσπερ οὐκ εν Θράκη ουσά φησι, της σκηνῆς et O υποκειμένης εν Xερρονησω. ρητέον δε ἔτι ποιητικον ἔθος το τοιοῖτον.
- ος υἱὼ Σπάρτηθεν 'Aλέκτορος ἡγετο κούρην. ἐν Σπάρτη
γάρ ἐστιν ὁ Λέενελαος. A. M. κατά: εις. Fl. 2I. τοῖ κατὰ την Θρηκην φυλαττομένου. H. 33.75. ἀμφί: απὸ κοινοῖ το εἶδον. M. οὐ και περὶ της Πο-25 λυξένης' απὸ κοινοῖ - ακούεται το εἶδον. ἀμφί ποιητικὸν, ἡ περίκοινόν. Gia. φίλης : ἀγαπητικῆς. H. 50. καὶ περὶ τῆς προσφιλεστάτης μου θυγατρὸς Πολυξένης διὰ των νυν ονειρον και φαντασμάτων. R. 33. ονείρων : ἀπὸ κοινοῖ το οψιν. M.