Scholia graeca in Euripidis tragoedias ex codicibus aucta et emendata edidit Guglielmus Dindorfius

발행: 1863년

분량: 549페이지

출처: archive.org

분류: 미분류

461쪽

Fl. I . 2I. 33. εχειν : διακεῖσθαι. Fl. 6. 9. I7. a I. 56. 59. 6. Gr. 855. μη δ αιμ : δεον δόξαι εἰπεῖν, προς το σοι τ' εχειν - όγαρ τε σύνδεσμος τουτο ἀπ τει - δόξαιμι εἶπε προς το φανείην. των δε πανταχου ταυτην εἴρησεις την σύνταξιν. I. δόξαιμι: νομι-5σθείην. m. 6. 9. I7. 2I. 56. 59. 76. Gr. 856. βουλεῖσαι : μελετησαι. Gr. το επιβουλεύω κώ συμβουλευω οι Ἀττικοι χωρὶς των προθεσεων γράφουσι, βουλεύω λέγοv- τες μόνον, ὼς και την τροφην αντi του ανατροφην. m. 59. 857. εστιν γὰρ η ταραγμός : αντὶ του τετάραγμαι και πεφό- loβημαι. B. λείπει το τίς, A vis εστι γάρ τι, φησι, καθ' o τετάραγμαι. ποιον τουτο; τον ἄνδρα τουτον φίλιον πιεῖται στρατός. B. M. Gu. I. Ἀλλως. εμελλεν εἰπεῖν ἔτι εστι φίλος τοις 'Ελλησιν' εἶτα αντὶ του τετάραγμαι μεταλογιζόμενός φησι. ταραγώς εμπεπτωκέ μοι, εννοησας ἴτι φίλος εστι τω στρατεύματι ο sIολυμηστωρ. Is B. I. τοιοῖτό ἐστιν ο ταραγμον εμποιει τω Ἀγαμέμνονι. Gr. εστι γαρ μερὶς, εφ' η, ἄπου. Fl. 6. 9. I7. a I. 56. 59. 76. Gr. τινι.Fl. 33. ταραγμος'. δειλία. Fl. 56. Gu. εμπεπτωκε: επηλθε. Fl. 56. επεσεν. Fl. 33. ὐπερβατὸν μεχρι καὶ του διαβληθήσομαι. Gu. 858. τουτον ζ τον Πολυμηστορα. Gr. φίλον : προσφιλη. Fl. 6. go 9. 17. 2I. 56. 59. 76. Gr. το φιλεῖν καὶ ὁ φίλος διφορεῖται παρὰ τοῖς ποιηταῖς εστι γαρ καὶ μακρον καὶ βραχυ το φίλος. Fl. 2I. 859. τον κατθανόντα : τον Πολυδωρον. Gr. Florr. εἰ δε σοι

φίλος 1 εἰ δε φίλος ὐπάρχει σοι ὀ Πολυδωρος, χωρὶς υπάρχει τω

στρατω τουτο. μόνη συ εχεις αυτον φίλον, στρατος δἰ ου. μαλλον asτον Πολύει στορα εχει το κοινον φίλον. Fl. 59. το ενταυθα αντὶ του πολλάκις. Fl. I7. ει δε σοι φίλος Πολυδωρος, τουτο ου κοινον τω στρατω, ώς συμπονησαί σοι. m. 25.

κατθανίν. Gu. χωρις τουτο : κατ' ἰδίαν σοὶ μόνη τουτο. Gri soιδίως, κεχωρισμενως υπάρχει, ηγουν ἴδιον υπάρχει σοι το αγαπῶν

σάμενοή ceteri.

462쪽

τον νιον σου, και ου συντεινει προς τον στρατον ἡ προς τουτον σοι

φιλία. Gu. χωρ ι αντι του ἄ-υ, χωρις αντι του μακράν. Fl. 2I. κοινόν : δηλονότι εἰ εστὶ φίλος σοι, οὐκ ἐστι τω στρατω τω Ἐλλη- νικῶ n a I. εἴποιεν οἱ Ελληνες ἐμί' εἰ δε σοι φίλος Πολυδωρος,5 τουτο ου κοινὸν τω στρατα και ἄλλως απὸ του 'Aγαμέμνονος τη

Εκάβη εἴ σοι φίλος, ῶς υιὸς, ό Πολυδωρος, ἀλλ' οὐχὶ καὶ τω

στρατω, ώς συμπονησαί σοι. Καὶ ἄλλως. εἰ-οδε και Ουτός εστι σοι φίλος. ηγουν εἰ και ἐγὼ φίλος σου εἰμι, ἀλλ' ου κοινὸν τοῖτο καὶ τω στρατω, ῶς εἶναι κἀκείνους φίλους σούς. Gr. Io 86 I. φρόντιζε : γίνωσκε. Gr. σκόπει. Horr. Gu. συ δε, ὼ

Ἐκάβη, φρόντίζε, ῶς ἔχεις με ταχυ θέλοντα βοηθησαί σοι, βραδυνδε, εἴπερ χάριν Κασάνδρας διαβληθησομαι. m. 25. πρὸς ταπια σκόπει ώς ἄτι θέλοντα μὸν καὶ βουλόμενον καὶ ορεγόμενον ἔχεις ἐμὲ

εἰς το βοηθησαί σοι, καὶ ταχοῦν α ις εις το προσαρκέσαι σοι. ει δεrs διαβληθησομαι καὶ κατηγορηθησομαι εν τοῖς Ἀχαιοῖς, ἔτι τον νιόν σου βοηθῶ, εχεις με βραδυν εις βοηθειαν. Fl. 59. 862. ξυμπονησαι : συγκοπιάσαι. Gr. προσαρκέσω . βοηθη- σω. M. εις το ἐπαρκέσαι πουν εις το βοηθησαι. Gr. Morr. 863. βραδυν : ακίνητον. M. ἀργὸν, ακίνητον, τουτέστιν ου sto βοηθουντά σοι, εχεις. Gu. διαβληθησομι προδοθησομαι. Gr. καταγνωσθησομαι, ει μέλλω κατηγορηθηναι, χάριν Κασάνδρας βοηθειν σοι. Gu. διαβάλλω το κατηγορῶ, δθεν καὶ διαβολευς και διάβολος' Aαι διαβάλλω το άπλῶς κατηγορῶ, ώς το διαβάλλουσιτον αγιον τον τῶν Xριστιανῶν πρεσβεύοντα. Gr.

25 86 -867. φεῖ, οὐκ ἔστι θνητῶν : ταὐτά φησιν, ἐπειδη ἐνεξουσια ἔν ο Aγαμέμνων οὐ δυνατα αυτη χάριν παρασχειν, υφορω μενος τους Ἐλληνας. B.M. I. - , οὐκ ἔστι'. οὐκ εστ ιν οστις

απὸ τῶν θνητῶν ἐστιν ἐλεύθερος, ἀντὶ τοῖ δετις οὐκ ἔστι δοῖλος' η γὰρ δουλός ἐστι χρημάτων fκατὰ κοινοῖJ, ηγο- φιλοχροματος, η3o δουλος, κατὰ κοινοῖ, τύχης και εὐτυχιας, η το πληθος, πουν ὁ δημος της πόλεως, η αι γραφώι τῶν νόμων, ητοι αἱ νομικαὶ διατάξεις, κωλύουσιν αὐτὸν μη χρησθαι τοῖς νόμοις κατὰ γνώμην καὶ κατὰ θέλησιν. I. οὐκ ἔστι τις απὸ τῶν θνητῶν ἄστις ὐπάρχει ἀκαταδούλωτος' η χρημάτων γὶρ δοῖλός ἐστιν, πουν ὁ ἐπιθυμῶν χρημάτων

463쪽

δουλουται καὶ ου πράττει ει τι βούλεται, ἀλλ' οσον παρα του δεσπο- του αυτοὐ προσταχθζ' και λέγεται ἐκεῖνος δοῖλος χρημάτωω δια

Ἐκάβη, πρότερον δέσποινα ουσα, ἴστερον ἴπο της τύχης ἐγέ-το δούλη. και λέγεται τολο δοῖλος τύχης, ἄστις κακοπραγεῖ. η εστι 5δουλος τοὐ πληθους, ως ό βασιλεύς. κά νυν ό ' Aγαμέμνων βασιλευς ἔν ομως φοβεῖται το πληθος το βοηθησαι την Ἐκάβην και φονεῖσαιτον Πολυμηστορα' ου γὰρ δύναται βασιλεῖς πρῆξαί τι, μη θέλοντος τοὐ κοινοῖ' ό γὰρ τυχων ἄνθρωπος ενα μόνον φοβεῖται, τον βασιλέα, ό δε βασιλεῖς οὐχ ἔνα μόνον, ἀλλα το πληθος. H. 59. ἀστοχησασα ἡ Ἐκάβη τοῖ ζητουμένου καθόλου γνωματευομένη ποιεῖται τον λόγον,ώς πάντες οι gνθρωποι δεδούλωνταί τισι και Ουκ εἰσὶν ελεύθεροι, ae στεπράττειν τα κατὰ βούλησιν. Gr.

865. η χρημάτων γὰρ δοῖλος εστιν η τύχης : δοῖλος τύχης

ἐστὶν ό υπὸ τύχης αναγκαζίρονος δουλεύειν. Ἀλλως. τύχης : εὐ- is τιαίας εὐδαίμονος ἀνδρός τη γὰρ εὐτυχια των μειζόνων δουλεύομεν. οἴτως τινές. οὐ της θειας ουν τύχης φησὶν, ἀλλα της μερικης και ἐν ἀνδράσιν Μωμένης. B. M. τω ἴχλω δὲ το πλέον νέμις, ἀντὶ τουτα κεχαρισμένα τοῖς Ἐλλησι πράττεις. B. δουλος πας ἐστινεκύνου τοῖ πράγματος ου ηττων ε στὶ, καὶ πράττει τα ἀρέσκοντα 2Oεκείνου. Gr. η τύχης : τύχη λέγεται κυρίως, ἄταν ἄλλο ενεργη τις, εἶτα ἄλλο συμβη. τύχαι γὰρ παρ' 'Κλλησι καὶ αἱ ταπειναι τάξεις των ανθρώπων καὶ ὐποτεταγμέναι, καὶ αἱ υψηλαὶ και ἐπικρατοῖσαι. ἀπο της τύχης γὰρ ἐνόμιζον ταῖτα γίνεσθαι τοῖς ἀνθρώποις, οὐκ ἀποεὐβουλίας τε και κακοβουλίας. ἰνταῖθα κατὰ το δεύτερον σημαινό- a s μενον λέγεται, ηγουν η χρημάτων γάρ εστι δοῖλος, η τύχης εστ ἰδοῖλος, τουτέστιν bψηλοτέρας τινος τάξεως καἰ ἐπικρατούσης. δια-

464쪽

482 SCHOLIA

φέρει δε ἡ τύχη τοὐ αυτομάτου τω το μεν τύχην εἶναι τουτο ἄπερ εἴρητα, τὸ δε αυτόματον, σαν γένηταί τι μηδενος αλλου ενεργουπος. δουλ/ς δε τύχης ἐστὶν ό αναγκαζόμνος δουλα ιν τη των κρειττόνωνευταία. Gr. I. 5 866. πληθος πόλεις ζ ό δημος κωλυει τὸ μη πράττειν ο βουλα- ται. H. I 7. 59. 76. σχημα λυγμα. FI. 33. εἴργουσιν. ζεῖγμα νόμος γάρ ην μη κακοποιεῖν κοινὸν φίλον πόλεως δι' οικείαν ἔχθραν. Gu. η νόμι ν γραφαι : νόμοι γεγραμμένοι. Gr. η νόμων γραφαικωλύουσιν αυτον μη πησθαι τοῖς κατὰ Ῥωμην τρόποις' θέλει γάρ io τις Γα πορνεύση η κλέψη, ἀλλ' ἐνθυμηθεὶς ἄσον ὁ νόμος περὶ τουτου διακελευεται, φοβειται καὶ ου πράττει ἄσον βουλεται. m. 59. 867. εἴργουσι χρησθαι : κωλυουσι μη χρησθαι τοῖς τρόποις τοῖς εαυrοὐ δηλονότι κατα γνωμην, πουν κατα θέλησιν. Gr. Fl. 59. 76. κατα το θέλημin αυτοῖ. τοῖ μη δε κά ἔντος καὶ ἀπόντος σωζεται ὁ λόγος. H. 59. 76. τρόποις : τοῖς θελ δεσι, βουλεύμασι τη της ψυχης προαιρέσει. Gu.

πλέον νέμις, αντὶ του κεχαρισμένα τοῖς 'Ελλησιν, ἐγω ποιησω σε ἀπολελυμένον τοῖδε του φόβου. συνεπίστασο, εὰν βουλεύσω τι κακὸν 2O τω αποκτείναντι, τον ΓΠολυδωρον δηλονότι, καὶ μη συμπράξης. ἐαν δεπάσχοντος του ΙΠολυμηστορος οἷα πείσεται καὶ ὐπομενεῖ, φανη ἐκ

των 'Aχαιων θόρυβός τις η καὶ βοηθεια, κωλυε, μη φαινόμανος δί

εμε ει πειν θηλονοτι. τα o αλλα, κατα τα αλλα, θαρρει, εγω ποιὴσω πάντα καλως. I.

25 τω τ' ἄχλω πλέον νέροις ζ τῶ γε πληθει, πουν τὸ πληθος προτι- ρος. Fl. I 7. 59. πλέον ζ την νίκην. B. της σης διαθέσεως. GRτουτέστι τὰ προσφιλη καὶ κεχαρισμένα τοῖς Ελλησι πράσσεις, αντι του πλαον πίπτεις εις τὸ μ ρος των Κλληνων η εις νώ. Gu. νέμεις : δίδως. H. 59.

87o. συνισθι: συνεπίστατο. Gr. συγγίνωσκε. Gu. συγγιI. τῆJ ἔπι I. I. Sequentia δῆλος μιχίφ Om. Gr. a. γενηταί τι ἄλλου I3. ἐαυτοῖl ἐαυτῶν Griisc ilic repetit Gr. ενεργοῖντοςJ γέ - 22. και βοήθεια Matth. pro κακο- ταί τι ἄλλο, ἄλλου μηδαμῶς ἐνεργῖντος ήθεια.

465쪽

νωσκε Hv εώ τι κακον ἰργάσωμαι τω τον Πολυδωρον ἀποκτώναντι IΠολυμηστορι, μη μέντοι συμπραξης μοι. B. συγγίνωσκε μὲν γὰρ οἱονει τω τον ΙΠολυδωρον δηλονότι ἀποκτύναντι. M. συγγίνωσκε μεν γὰρ τω μέλλοντι φονέῖσαι τουτον τον ΓΠολυμήστορα, εαν βουλεύσω τι κακον περὶ αυτου, μηδὲν δε συνδράσης καὶ ου συμπράξεις 3συν ἐμοὶ ώς τον φόνον αυτου. m. 59. βουλAσω: ἐργάσωμαι. Gu.ηγουν εαν φονώσω αυτόν. m. 59. 87I. συνδράσης δε μ': διχως τοῖτο νοητέον, η μη συνδράσης εμο ι τω ἀποκτώναντι, ηγουν κατὰ του ἀποκτύναντος τονδε τον Πωλυδωρον δηλονότι, η μη συνδράσης τω ἀποκτώναντι τονδε. m. 2I. loη το υπιτακτικον ἀπαγορευτικον αντὶ του προστακτικοῖ κατα 'Aττικοῖς, πονν μη συνδρασον. Gu. πουν μη βοηθησης. Gu. μηδεσυμβοηθησης Θοί. T. 59. το μη κῶται κατα περισσοτέραν ἐνάργειαν, ώς λεγομεν, κωλυει τον δεῖνα του μη δρατ. v. m. 25. Gr.

καὶ το μη ροτα του παρατατικοῖ προστακτικως συντάσσεται, μη IS τύπτε, και μετα τοῖ τρίτου προσωπου των ενικων καὶ των πληθυντι- κων τοῖ αορίστου, μη ποιησάτω, μη ποιησάτωσαν, μετὰ δε του δευτέρου Tων ενικων υποτακτικως μη ποιησης, καὶ του υποτακτικοῖ προσ-

ταγην δηλοῖντος. Gr. 872. θόρυβος ο ταραχη. Gu. ενεκεν της δίκης, ην εκώvae ποιη- 2 σομεν. m. 2I. ἐπικουρία: συνδρομη, βοηθεια. Gr. βοηθεια Πολυμηστορι. m. 6. 9. I7. a I . 56. 59. 76. φοβηθῶσα η Ἐκάβη μηπως, ἄταν ἔμελλε φονεῖσαι αντον, ἀποτύχη τούτου, καὶ γίνεται θάρυβος, η, ἄταν φελλε μνώειν αυτον, λαληση και γένηται Οχλησις, καὶ ἀκουσαντες οἱ Ελληνες ελθωσι καὶ ουκ ἐάσωσι φονεῖσαι αυτὸν, λέγει, et 5εὰν δε πολλάκις, φονευομένου τοῖ Πολυμηστορος, φανη ἀπο των 'Aχαιων τις θόρυβος η βοηθεια, οἷα πεύσεται, ηγο- οῖα μέλλει παθῶν παρ' εμου, τοῖτο κωλυσον, μόνον μη δοκων διὰ την εμην χάριν ποιειν τοῖτο, διὰ δὲ το δίκαιον. Γς τα ἄλλα, πουν Hς τον φόνον

σαι.

9. κατὰ του ἀποκτ. τόνδε πο- τον πολύδωρον etiam in Gr.

ii. ἡ τιJ Sic liquido exaraturi in Gu. In eo hoc scholion in

margine interiore scriptum eat, id SOROL. EURIP. I. quod sequitur, inter lineas Eadem manu. Fortasse cohaerent ννουν μη βοηθησm, ε το υπετ.

29. ποιεῖν Mattia. Pro ποιοῦν.

466쪽

αὐτου, θάρσει ' πάντα εγω πράξω καλως, ἡγουν δυναμ- φονεῖσαιαυτόν. n 59.

873. πάσχοντος : τινος πράγματος γενομένου. H. I7. πεισε ται : συμβαίνει. B. 5 874. εἶπε. κωλυε τουτο. H. I 7. 59. 76. δοκων : φαινόμενος.

in. μὴ νομιζόμενος εἴργειν. Gu. εμ viti; m. B. 875. τα δ' ἄλλα : κατὰ τὰ ἄλλα. Gr. ἡγουν ἄπως φονευθῆ. Gu. ἡγουν πως μελλω φονεῖσαι αυτόν. m. 6. 9. I7.21. 56. 59.

76. θάρσει : ἡγουν μεγάλην ἀψοβίαν εχε. Gr. θάρρος εξ ελπί-a o δος ἀφοβία, θάρσος εκ μεγάλης ελπίδος ἀφοβία, θράσος ἡ απερίσκεπτος ορμή. Gr. T. 25. ἀπὸ τῶ θερω τὸ θερμαίνω ετυμολογεῖται το θράσος, οπερ μετατιθεμενον γίνεται και θάρσος. και θράσος μεν ο αλόγιστος θυμος, θάρσος δὲ ο ελλογος επὶ ψυχῆς. Fl. 59. σω καλως ο διαθήσω καλως. M. 35 876. 879. ουν : τι ουν πράξεις, ω ' γραῖας πότερα μετα

ξίφους φονεύσεις αυτον ἡ μετὰ φαρμάκων ἡ ματὰ βοηθείας τινός ς

τις χεὶρ και ποία δύναμις εσται μετὰ σου ς πόθεν εχεις τους φίλους τους μέλλοντας βοηθῆσαί σοι; H. 59. πως ουνοῦ τι δράσεις ζ κατὰ τίνα τρόπον ποιήσεις καλως. Gr.eto το πως μεν δηλοῖ τον τρόπον, το δε τί το πρῆγμ. Gu.877. γραία '. συ ἡ γεραιά, ἡ χειρὶ γεραια. H. 2I. εμαντικον δυναμίας. Gu. βάρβαρονεμφαντικον δυνάμεως. Gu. 878. φαρμάκοισιν : γοητείαις. Gu. μαγείαις, ἡ δηλητηρίοις. φάρμακα γὰρ και αἱ μαγεῖαι. Gr. επικουρία : συμμαχία. B. Gu.

25 879. συνέσται : ποία δύναμίς σοι συμβάλλεταιοῦ M. συμμαχος εσται. Gr. χείρ: τις σοι συνυπάρξει δύναμις. I. δύναμώς. B. Gr. βοήθεια. Gu. πόθενεκ ποιας μηχανῆς καὶ ἄφορμῆς, αιτίας. Gu. κτήση'. λάβης. B. εξεις. Gr. 88o. στεγαι: σκηναί. B. Gr. κεκεύθουσι . κρύπτουσι. Gr. I. sci εστι δε το κε ἀναδίπλωσις ποιητικὴ, ως τὸ κεκάδονται. Gu. κε θουσι. m. 3388 I. τὰς αἰχμαλωτους ζ εμφαντικον αδυναμίας. Gr. Ἐλλήνων II. ὁρμή om. Gr. I 6. η μετα Matth. ε om. H. 33. θάρσος Marib. pro θρά- 59.

467쪽

IN HECUBAM.435

ἄγραν : πο- ας εγρευσαν ἀντι του iχμαλωτευσαν οἱ Ελληνες. Gr. τας-ἄγραν : ἐρωτηματικόν. Gu. m. a I. 882. τον ἐμὸν φονεα : οἰκειούτω τον του παιδὸν θάνατον. Gr. m. I 7. 59. 76. τιμωρήσομαι : κολάσω. I. φονευσω. m. 59. τιμωρω, το βοηθω γράφεται πάντοτε ἐνεργητικως, ου μην δε και παλ- 5τικως' το δε τιμω ρω το κολάζω παθητικως γράφεται και ἐνεργητικῶς. m. 59. 883. καὶ πῶς: και πως εσται ταῖς γυναιξὶ κράτος των ἀρσένων, πουν καὶ πως αἱ γυναῖκες κρατήσουσιν η νικήσουσι τους ἄνδρας; Gr. καὶ πως υπάρξει ταῖς γυναιξι κράτος καὶ δύναμις κατὰ των αρσενων, Io πουν αἱ γυναῖκες πως μέλλουσι φονεῖσαι ἄνδρα Fl. 59. κράτος :επικράτεια. I. νίκη, κυρίευσις. Gu. 884. δεινόν : χαλεπὸν το πληθος καὶ συν δάλω δυσκαταγωνιστον. I. χαλεπόν. Gr. ισχυρόν. Gu. συν δόλως μετὰ δόλου. Gu. δύσμαχον ζ ακαταμάχητον. M. Gr. δυσμάχητον, δυσκαταγωνι-IS

885. δεινώ: ναἰ, αλήθειαν λέγεις. Gu. χαλεπόν. Gr. μεμψομαι '. ψέγω. Gr. καταγινώσκω και φαυλον ηγο-αι' ἀσθενες γὰρ

και μαλακόν. Gu. O. τι o ἰ ου γυναικες : τι οε ἰ ου γυναικες αγειλον τα τεκνα et o του Αἰγυπτον, κοι τους ἄρσενας εξοικισθῆναι εποίησαν τῆς Λήμνου;

αντίστροφον, ἀντι του τους αρσενας ἐξωκισαν ἄρδην τῆς Λήμνου. I. Αἴγυπτος και Δαιαὸς αδελφοὶ ὁσαν. ἀπὸ Ἱοῖς τῆς θυγατρός. τουτων ό μεν Αἴγυπτος εσχε πεντήκοντα παῖδας ἄρρενας, ό δε Δαναὸς εσχε καὶ αυτὸς πεντήκοντα θυγατέρας. ω τος φθονων asτω ἀδελφω Λιγύπτου διὰ την των ἀρρένων παίδων κτῆσιν, καὶ φολ-

25. Δαναος εσχε κω αὐτὸς πεντή

468쪽

υἱων αὐτοῖ, ἐδίωξεν αυτον εἰς την Αἴγυπτον ἄμα τοῖς παισὶν, οθεν

καὶ ἀπ αυτου ἡ χωρα Αἴγυπτος ἐκλήθη. χρόνου δε τινος παρελθόν

τος και των παsδων ἀνδρωθέντων, θαρρων τῆ των παίδων δυνάμει, παρεγένετο εις το 'Αργος. ό δε Δαναος φοβηθεις αυτον και πρόνοιαν 5 ἔαυτοῖ ποιουμενος και της βασιλείας, επιβουλην κατὰ των Αἰγυπτονυιων ταύτην ἐσκέψατο ' συνέθετο γὰρ τω Αἰγυπτω συνάψαι προς γάρον τὰς ἐαυτοῖ θυγατέρας τοῖς υἱοῖς αυτου. ετοίμως δε τοῖτο κατεπαγγειλάμενος τω Αἰγυπτω ὁ Δαναος συνεβούλευσε ταῖς θυγατράσιν ωστε ἀνελεῖν νύκτωρ τους εαυτων ἄνδρας προ της μίξεως της προς I o αὐτὰς, θάνατον ἐπαπειλήσας ταῖς μη τοῖτο ποιούσαις. αἱ μεν ουν πῶσαι το τοῖ πατρὸς ἔχουσαι πρόσταγμα ἀνεῖλον τους ἄνδρας, μίαδε μόνη τουτων ἡ 'Υπερμνηστρα ἐφείσατο τοῖ Λυγκέως, απὸ της μίξεως διάθεσιν ἰσχηκυῖα προς αυτόν. ουτος δε σωθεὶς ἐξεδίκησε τους ἀδελφους. εφόνευσε γὰρ τὰς θυγατέρας τοῖ Δαναοῖ, Dis καὶ IS υτον, καὶ της τουτου βασιλείας ἐκράτησε τοῖ 'Aργους ἄμ τη Υπερμνηστρα. καὶ γίνεται ἐκ τουτων 'Aβας, εξ Aβαντος Προῖτος

καὶ 'Aκρίσιος, ἐξ Ἀκρισίου Δανάη, ἐκ Δανάης Περσεῖς, ἐκ Περσέως Ἀλκαῖος, Ἀλεκτρύων καὶ Σθένελος, ων ό μεν Ἀλκαῖος 'A ιτρύωνα ἔσχε παῖδα, ό δε υλεκτρύων την 'Aλκμήνην, ἐξ Ἀλκμήνης δε Hρα- et o κλῆς καὶ Ιφικλος, ἐξ ου Ἱόλαος. B. M. Gu. I. φασὶ δε οι ποιηταὶ ταύτας ἐν 'Aιδου δια του φόνον των ἰδίων ἀνδρων κολάζεσθαι, ἱδροφο-

γυπτος τῆ τούτων δυνάμει ἰτον πρό νοιαν-βασιλείας κατα των αἰγύπτου vias τοιαυτην ἐσκήψατο την ἐπιβουλην

λόπινος I.

φονεύσαi vas δαναον συν ταῖς θυγατράσι

469쪽

ρεῖν καταδικασθεισας εν τετρυπημένω πίθω. οθεν και παροιμίαν επὶτων ἀνηνυτα μοχθούντων εις τετρυπημένον πίθον ἀντλεῖν λέγομεν.

Gu. I. Ἱστορία. ἐξ Ἱοῖς της θυγατρὸς Ἱνάχου ἐγένοντο δυο παῖδες, Αιγυπτος καὶ Δαναος. ἔχων ο - ό Δαναος θυγατέρας πεντήκοντα φοβηθεὶς τον αδελφον ἔχοντα πεν κοντα υἱους ερέβαλε μετα sδόλου της πολεως. ἀλω μενος ουν ε κεινος εις ἀλλοτρίους τόπους ἐπανῆλθεν ἀνδρωθέντων των υἱων. φοβηθεὶς ουν ό Δαναος την πολιορκίαν μηνεῖ δια πρέσβεων τω Aιγυπτω περι κηδους των θυγατέρων και των παιδων εκείνου. τουτο ουν γίνεται καὶ ἀναιρουσιν ἄπαντας του καιρpτης μίξεως ξιφιδίοις υπο καις του πατρὸς, μιας φεισαμένης του IOΛυγκέως καὶ ε ειπουσης το απόρρητον. Gr. 887. και Λημνον ἄρδηνοῦ ἐν Λημνω γυναῖκες ε τέλουν εορτην ε τη- σιον τη 'Aφροδίτη. ἐπεὶ ουν ποτε καταφρονησασαι της θεου ἀπέλι

πον το ἔθος, ὀργισθεῖσα ἡ Ἀφροδίτη ἐνέβαλεν αυταῖς δυσοδμίαν,

ως μη δυνασθαι τους αυτων ἄνδρας αυταῖς πλησιάσαι. αἱ δε νομί- Is σασαι υπὸ των ἀνδρων καταφρονεῖσθαι τουτους πάντας ἀπέκτειναν. Gu. I.

Aι Λήμνιαι μη τι σαι την 'Aφροδίτην, καθὰ καὶ αἱ ἄλλαι γυναῖκες, ὀργισθεῖσα ἡ θεὰ δέ κεν αυταῖς δυσωδίαν εις τε την αι δωκαἰ εις το στόμα. ησαν τοίνυν μισουμεναι παρὰ των ἀνδρων αυτων. Io

ἐκεῖναι δε αυτοῖς μη συγκοιταζόμεναι μετὰ των ἀνδρων αυτων ἐμίσησαν αυτους καὶ ἀπέκτειναν. H. 59. ἔθος ἡν τοῖς Λημνίοις κατ' ἔτος θυειν τη 'Aφροδίτη. παριδόντες ουν το τοιουτον ετησιον ἔθος σχεδὸν ου μήμην ἐποίουν αυτῆς. αυτη ουν ὀργισθεῖσα επέβαλε ταῖς γυναιξιν αυτων δυσωδιαν, δῖ ρν οι ἄνδρες αυτὰς ἀπεστρέφοντο. αἱ asδε ὀργισθεῖσαι ἀνεῖλον τους εαυτων όμευνέτας. μόνη δε Υψιπυλη ἔσωσε τον ἐαυτῆς ἄνδρα Θοαντα τουτου ουν ἀναμιμνησκουσα τον Ἀγαμέμνονα ἡ Ἐκάβη δηλοῖ οτι Ουκ ἔστι δυσκατόρθωτον To τους ἄνδρας υπὸ γυναικων φονευσαι. H. 33. καὶ Λημνον ἄρδην : ό Δίδυμος ουτως' Πελασγοὶ ἐπιθέμενοι ποτε 3o

470쪽

ταῖέ ' Αθήναις πολλους των εξ 'Aλγων se πάσαντες ηγαγον εις Λημνον, ἐν οἷς και γυναῖκας Ἀττικάς, αἷς καὶ παλλακίσι πησάμενοιεσχον παῖδας' ους αἱ μητέρες την τε πατρωαν γλωσσαν και τα ελεδιδαξαν. οἱ δε συνηρχοντο τοτε ἀλληλοις, και εἴ τις τύπτοι τινα 5 αὐτων, εβοηθουν ἄπαντες. και τέλος ἄρχοντα ἴδιον ποιησαντες παρώξυναν τους Πελασγούς ουτως ωστε εκείνην ἀνελεῖν τε τους παῖδας ἄπαντας καὶ 'Arτικὰς πάσας γυναικας. και Hra ταλα καὶ αι Λημνιαι γυναῖκες τους συν Θόαντι πάντας ἀπέκτειναν. δι' ἀμφότεραταῖτα ἡ παροιμία εδόθη, τα Λημνια κακά. B.M. I. io καὶ Λημνον : οἱ Πελασγοὶ Ἀθηνας εἷλον στρατεύσαντες κατ' αυ- των, καὶ γυναῖκας εις Λημνον ηγαγον καὶ χρησάμενοι επαιδοποίησαν. αἱήτην πάτριον φωνην τους παῖδας και τοῦ ε επαίδευσαν' οι καὶ διηγον φίλοι τε ἀλληλοις οντες καὶ -υνίμνοι τους ἀδικουντας, προκρίναντες καὶ ἄρχοντα ἐξ αυτων ενα. ἐφ' οἱς ἀγανακτησαντες οἱ 15 πατέρες αυτούς τε καὶ τὰς μητέρας ἀνειλον. ἄθεν φοβηθεισαι αἱ περιλειφθεῖσαι Λημνιάδες μη καὶ αὐταὶ τὰ ἄμοια πάθωσιν ἀνεῖλον πάντας τους ἄνδρας. εξ ἀμφοῖν ουν ἡ παροιμία ελέχθη Λημνια κακὰ, εξ ων τε οἱ ἄνδρες μετὰ παίδων τὰς γυναῖκας ἀνειλιν ini ἐξ

o. οἱ Πελασγι-J Simile scholion est in M. quod ex parte tantum legi nunc potest, και ἄλλως.ουελασγοὶ ἀθηναιέ ἐπιθέμενοι ηρπασαν ἄλλα τε καὶ γυναῖκας εἰς λημνον παγον καὶ χρησάμενοι επαιδοποίησαν. αἱ δεουὰ τοῖι παῖδαή την πάτριον φωνην τε καὶ.θη ἐπαIMυσαν. οἱ δε ηβη. . .. ψολοι τε

μνον. εν οις ετι και γυναικαέ ηρπασαν,

SEARCH

MENU NAVIGATION